Το λούπινο είναι ένα φυτό γνωστό από την αρχαιότητα | Wikimedia
Ξεχασμένες καλλιέργειες της ελληνική υπαίθρου επανέρχονται σταδιακά εν μέσω οικονομικής κρίσης δίνοντας σημαντικές λύσεις στη μείωση του κόστους παραγωγής και την καλλιέργεια προϊόντων που θα απορροφηθούν άμεσα στην εσωτερική αγορά.
Πρόκειται για την καλλιέργεια του λούπινου που το αποκαλούν και «κρέας του φτωχού» επειδή οι παλαιότεροι το έτρωγαν λόγω της υψηλής περιεκτικότητας των καρπών του σε πρωτεΐνη.
Το λούπινο αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια κτηνοτροφικού ψυχανθούς για την ελληνική ύπαιθρο και την ελληνική κτηνοτροφία, συγκαταλέγεται στις εύκολες καλλιέργειες με χαμηλό κόστος παραγωγής, ενώ αποτελεί και μια κερδοφόρα καλλιέργεια για τον παραγωγό, όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο γεωπόνος-συγγραφέας, Κάσσανδρος Γάτσιος.
Σήμερα, είναι ελάχιστα τα στρέμματα που καλλιεργούνται στη χώρα μας, αλλά η οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με τα προωθούμενα μέτρα στον αγροτικό χώρο, αλλάζουν τα δεδομένα.
«Οι δυνατότητες του πρωτογενούς τομέα είναι τεράστιες» επανέλαβε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο ο κ. Γάτσιος, προσθέτοντας ωστόσο ότι «ο μικρός γεωργικός κλήρος στη χώρα μας, η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού σε βάθος 10ετίας τουλάχιστον, αλλά και ισχυρών ομάδων παραγωγών, όπως και η μη επαρκής λειτουργία υπηρεσιών σε επίπεδο πολιτείας, που θα μπορούσαν να πιάσουν από το χέρι τον αγρότη και να τον καθοδηγήσουν, φρενάρουν σημαντικά τον κλάδο».
Καθαρό εισόδημα 400 ευρώ/στρέμμα και ...αποδόσεις
Το λούπινο είναι ένα φυτό γνωστό από την αρχαιότητα, που επανέρχεται και πάλι δυναμικά στο διατροφικό προσκήνιο, και η καλλιέργειά του κερδίζει έδαφος πανευρωπαϊκά. Από τον καρπό του μπορεί να παραχθεί αλεύρι αλλά και λάδι, ενώ πολλές είναι και οι θεραπευτικές του ιδιότητες. Το φυτό είναι γνωστό εδώ και 3.000 χρόνια στην περιοχή της Μεσογείου. Στην Ελλάδα θεωρείται κυρίως κτηνοτροφικό φυτό και πολύ ευτελές και φτωχικό φαγητό, το οποίο εγκαταλείφθηκε με την πάροδο των χρόνων και αντικαταστάθηκε από την εισαγόμενη σόγια, η οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό της είναι μεταλλαγμένη.
Η ζήτηση για λούπινο αυξάνεται, κυρίως στην Ευρώπη, και η καλλιέργειά του μπορεί να αποφέρει ένα σημαντικό εισόδημα και συγκεκριμένα ακαθάριστο ετήσιο εισόδημα ύψους 300-500 ευρώ/στρέμμα, με το καθαρό εισόδημα να υπολογίζεται σε 200-400 ευρώ/στρέμμα. Η παραγωγή του λούπινου εξαρτάται από την ποικιλία, τις εδαφοκλιματικές συνθήκες, την εποχή σποράς, την πυκνότητα φύτευσης κ.λπ. Η όψιμη φθινοπωρινή σπορά, όπως επίσης και η έλλειψη εδαφικής υγρασίας από την άνθιση και μετά, επηρεάζουν αρνητικά τις αποδόσεις. Οι ποικιλίες του λευκού λούπινου αποδίδουν από 240 έως και 450 κιλά/στρέμμα, με τις αποδόσεις της ποικιλίας Multitalia για τα ελληνικά δεδομένα να κυμαίνονται από 130 μέχρι και 300 κιλά.στρέμμα, ανάλογα τις εδαφοκλιματικές συνθήκες.
Το χαρακτηριστικό των λούπινων είναι ότι είναι ευαίσθητα στην υψηλή περιεκτικότητα του εδάφους σε ασβέστιο. Σε εδάφη με περιεκτικότητα σε ασβέστιο μεγαλύτερη του 5%, η καλλιέργειά τους είναι προβληματική. Τα εδάφη που είναι κατάλληλα είναι αυτά που έχουν ρΗ 5-7. Τα λούπινα δεν απαιτούν πολύ γόνιμα εδάφη, αλλά μπορούν να καλλιεργηθούν σε φτωχά, αμμώδη. Τις καλύτερες αποδόσεις τις δίνουν σε αμμοπηλώδη εδάφη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου