THE ECONOMIST
Η οικονομία της Κίνας, με το ΑΕΠ το 2013 να αποτιμάται στα 9 τρισ. δολάρια, προκαλεί διχογνωμίες. Πολλές φορές τα στρατόπεδα είναι δύο και πολύ ξεκάθαρα, από το ένα οι αισιόδοξοι και από το άλλοι οι απαισιόδοξοι, οι «ταύροι» και οι «αρκούδες» των αγορών. Τα τελευταία οικονομικά στοιχεία τροφοδοτούν αμφότερα τα στρατόπεδα. Η οικονομία της χώρας αναπτύχθηκε κατά 7,7% το 2013, δηλαδή λίγο πιο γρήγορα από εκείνο το οποίο ορισμένοι φοβούνταν. Εντούτοις, ο δείκτης της μεταποίησης, τον οποίο καταρτίζει ο βρετανικός τραπεζικός όμιλος της HSBC και ο οποίος παρακολουθεί τη διεθνή κοινότητα, σημείωσε πτώση για τέταρτο μήνα.
Πάντως, η μανιχαϊστική αυτή διάκριση με τα στρατόπεδα είναι πολύ ακατέργαστη. Για να μπορέσει κανείς να αντιληφθεί την οικονομία της Κίνας σήμερα, θα ήταν πιο λειτουργικό να την αντιμετωπίσει σε τριάδες: Στην περίπτωση της ανάπτυξης, κάνουμε λόγο για ανάπτυξη στην προσφορά, στη ζήτηση και στις πιστώσεις.
Η οικονομική ισχύς της Κίνας βασίζεται στο μέγεθος του εργατικού της δυναμικού και στην παραγωγικότητά του, συνδυασμός ο οποίος καθορίζει πόσα εργατικά χέρια μπορεί να προμηθεύσει την αγορά η Κίνα χωρίς εξαντλήσει εαυτόν. Τα τελευταία στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι, σταδιακά, τα όρια από την πλευρά της προσφοράς επί της ανάπτυξης αρχίζουν να περιορίζονται. Η ηλικιακή ομάδα, από την οποία προέρχεται ως επί το πλείστον το αστικό εργατικό της δυναμικό, το οποίο και παράγει το περισσότερο από το ΑΕΠ της, συρρικνώνεται. Οι άνθρωποι της παραγωγικής ηλικίας έχουν μειωθεί κατά 2,44 εκατ. το 2012, ενώ ανάλογη μείωση σημειώθηκε και το 2012. Αυτό το δημογραφικό σημείο καμπής συντείνει στην κάμψη του δυνητικού αναπτυξιακού ρυθμού της Κίνας κάτω από τον διψήφιο ρυθμό παρελθόντων ετών. Το εάν η οικονομία θα καλύψει στην πραγματικότητα αυτό τον δυνητικό ρυθμό εξαρτάται από το δεύτερο είδος ανάπτυξης, αυτό της ζήτησης.
Λίγες δαπάνες σε υπηρεσίες και προϊόντα θα έχουν ως αποτέλεσμα την υποαπασχόληση ενός ακόμα και συρρικνούμενου πληθυσμού (όπως συμβαίνει στην Ιαπωνία). Από την άλλη πλευρά, μεγάλες δαπάνες θα έχουν ως αποτέλεσμα τον πληθωρισμό.
Οι υπερβολές της Κίνας δεν σχετίζονται με το θέμα της ζήτησης αλλά των πιστώσεων. Η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκε κατά 20% το παρελθόν έτος, αν και το ονομαστικό ΑΕΠ αυξήθηκε 9,5%.
Δεν σημαίνει βέβαια ότι όλες οι πιστώσεις Κίνα είναι επισφαλείς, ούτε ότι όσες είναι, είναι επισφαλείς με τον ίδιο τρόπο. Οι πιστώσεις διακρίνονται επίσης σε τρεις κατηγορίες. Μέρος τους διοχετεύεται σε νέα κεφάλαια και υποδομές, ενισχύοντας την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας σε επίπεδο προσφοράς και ζήτησης χωρίς εμφάνιση πληθωρισμού. Ενα άλλο μέρος ξοδεύεται ασύστολα είτε στην κατανάλωση είτε σε εσφαλμένα σχέδια, όπως γέφυρες χωρίς προορισμό ή ανθρακωρυχεία χωρίς αγορές.
Η απροσδόκητη έλλειψη πληθωρισμού υποδηλώνει ότι, ως επί το πλείστον, ανήκουν στην τρίτη κατηγορία, που δαπανώνται με κερδοσκοπικά κριτήρια σε υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία, πραγματικά ή χρηματοπιστωτικά, τα οποία αγοράζονται και επαναγοράζονται χωρίς άμεση συμβολή στο ΑΕΠ ή περιορίζοντας την ικανότητα της οικονομίας να παράγει νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Οι πεσιμιστές ισχυρίζονται πως oι προσπάθειες της κυβέρνησης να περιστείλει τη μόχλευση θα ανακόψουν την ανάπτυξη, αν και θα υπάρξει αντιστάθμιση από τις καταναλωτικές δαπάνες και τις εξαγωγές.Έντυπη
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ