«Οπου πάμε, κάνουμε έρευνα αγοράς. Δεν μπορείς να πουλήσεις προϊόν όπου να 'ναι» . ΤΟ 1953, η πρώτη μεγάλη ελληνική εξαγωγική εταιρεία στο χώρο των εσπεριδοειδών, που λειτουργούσε με μοναδικό συμβόλαιο το «λόγο του ανδρός» στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ενωση, ανήκε στον πρώην αξιωματικό του Ναυτικού και εκ των πρώτων μάχιμων αεροπόρων, τον Γιώργο Φραγκίστα.
«Η Ελλάδα μοιάζει με πορτοκάλι. Από τη μια μεριά κινδυνεύει να σαπίσει από μύγα Μεσογείου, από την άλλη έχει μια εξαιρετική γεύση», λέει ο Γ. Φραγκίστας. Φωτ.: ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥΗ πρώτη εταιρεία που εφάρμοσε το θεσμό του εγκεκριμένου εμπόρου οπωροκηπευτικών, που εγκαινιάστηκε πρόσφατα, είναι του εγγονού του, Γιώργου Φραγκίστα, προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών (INCOFRUIT-HELLAS), ο οποίος εφαρμόζει ευλαβικά τη ρήση του παππού: «Το κούτελο να το κρατάς ψηλά».
Γεννημένος στην Αθήνα, οικογενειάρχης και πατέρας τριών παιδιών, κοσμοπολίτης, αντικαπνιστής, ο Γιώργος Φραγκίστας απορρίπτει το αλκοόλ και τον καφέ - μοιάζει άτρωτος στα πάθη. Ομως, πλάι στο γραφείο του φιγουράρουν τα κύπελλα από την ιστιοπλοΐα, αφού είναι λάτρης της θάλασσας.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών μηχανολογίας στη Νέα Υόρκη, με εξειδίκευση στην Ουάσιγκτον στη δυναμική ρευστών και τη θερμοδυναμική, πήρε τρεις βασικές αρχές:
«Ο πελάτης δεν πρέπει να περιμένει, ο μηχανολογικός εξοπλισμός μιας επιχείρησης είναι βασικό συστατικό επιτυχίας και τα ικανά στελέχη και οι εργαζόμενοι παίζουν το ρόλο τους».
Η οικογένεια δεν του άφησε περιθώριο να μείνει στο εξωτερικό:
«Σοβαρολογείς; Θα αφήσεις στρωμένη δουλειά;» ήταν η μόνιμη επωδός. Στα 50 του χρόνια, είναι ηγέτης στις εξαγωγές πορτοκαλιού, αλλά φροντίζει να φθάνει στις ξένες αγορές μανταρίνι, καρπούζι και σταφύλι.
Καθημερινά αναζητεί τρόπους ώστε το ελληνικό φρούτο να φθάσει στο εξωτερικό, κοτσονάτο και στην ώρα του, είτε πραγματοποιούνται απεργίες, ανεβαίνουν μποφόρ, πέφτουν χιόνια ή συμβαίνουν σοβαρά πολιτικά γεγονότα. Μόνιμος κάτοικος... αεροπλάνου, πασχίζει να αποκατασταθεί στο λεξικό των ξένων η χαμένη τιμή του Ελληνα εμπόρου, η λέξη φερεγγυότητα. Η δυσπιστία συνοψίζεται στη φράση ενός Ευρωπαίου «Δεν αντέχω πια με τις απίθανες ελληνικές δικαιολογίες», ακόμη και όταν, εν ώρα καθήκοντος, ξεψύχησε στο τιμόνι ένας οδηγός του.
Υποστηρίζει πως «οι εξαγωγές είναι εύκολη δραστηριότητα, εφόσον έχεις το κατάλληλο προϊόν και σωστή νοοτροπία. Οι Ελληνες έχουμε καλά προϊόντα, προχωρήσαμε στις πιστοποιήσεις αλλά λείπει η νοοτροπία». Στις εξαγωγές, λέει, «ένα προϊόν πρέπει να φθάνει πάντα στην ώρα του, ό,τι και να συμβεί, με τα απαραίτητα συνοδευτικά έγγραφα. Ο ξένος, όταν κλείσει το τηλέφωνο, πρέπει να ξέρει ότι δεν θα χρειαστεί να ξαναμιλήσει μαζί σου, για τη δουλειά. Δεν έχει χρόνο για χάσιμο».
Θεωρεί ότι πρέπει να υπάρξουν ομαδοποιήσεις παραγωγών και συγκεντρώσεις εταιρειών: «Οι μεγάλες αλυσίδες είναι μετρημένες στα δάχτυλα και οι ξένοι αναζητούν εταιρείες που θα τους εξασφαλίσουν ποιοτικά προϊόντα και στην ώρα τους, με ικανό όγκο παραγωγής. Τα ελληνικά προϊόντα έχουν τις δυο-τρεις καλύτερες κατατάξεις από διεθνείς οργανισμούς από άποψη υπολειμματικότητας φυτοφαρμάκων. Εχουν, δηλαδή, καλύτερη ποιότητα στην αγορά».
Η Ελλάδα των καθυστερήσεων τον πονάει: «Καλύτερα να χάσεις λεφτά από ένα φορτίο, παρά να μην πάει στην ώρα του. Θα έχεις χάσει ένα μεγάλο πελάτη και θα έχεις δυσφημήσει την ελληνική αγορά. Δυστυχώς, στην πατρίδα μας δεν το καταλαβαίνουμε αυτό. Οταν μια μεγάλη αλυσίδα παίρνει παραγωγή από σένα και την άλλη μέρα πρέπει να γεμίσει τα ράφια σε 700 σουπερμάρκετ, δεν την ενδιαφέρει γιατί δεν τα κατάφερες. Απλώς δεν θα ξανασχοληθεί μαζί σου. Κάποτε ένας συνάδελφος, λόγω απεργίας, ναύλωσε ο ίδιος πλοίο για να στείλει το φορτίο στην ώρα του. Εχασε πάρα πολλά λεφτά, μπήκε μέσα, αλλά δεν βγήκε από την αγορά. Οι ξένοι δίνουν μια ευκαιρία για να τους αποδείξεις ότι αξίζεις. Σε βάζουν να στείλεις δοκιμαστικά ένα φορτίο και μπορεί να περιμένεις μήνες ή και χρόνια για να βάλεις δεύτερο και τρίτο. Και αν στην πορεία κάτι αλλάξει, τότε δεν έχουν πρόβλημα να μην ξανασυνεργαστούν μαζί σου - έχουν άλλους, που περιμένουν στην αράδα».
Θυμάται πως ένας πελάτης τους έκανε οκτώ χρόνια να τους εμπιστευτεί.
Από την άλλη πλευρά, λέει, «δε γίνεται να μας ζητούν, λ.χ., φορτία στην Απω Ανατολή και να μην έχουν γίνει οι σχετικές διακρατικές συμφωνίες για εξαγωγές».
«Μια επιχείρηση που θέλει να διατηρήσει το καλό της όνομα», τονίζει, «οφείλει στην αγορά, ελληνική ή ξένη, να στείλει τον ανθό. Μπορεί σε εμάς να το πληρώσει ακριβότερα, αλλά παίρνει πρώτη ποιότητα». Η δική του χασούρα μόνο στο πορτοκάλι είναι 35% της παραγωγής, αφού τα φρούτα που δεν είναι αρίστης ποιότητας μετά το διαλογητήριο καταλήγουν συνήθως για χυμοποίηση, συχνά σε τιμή πολύ κατώτερη του κόστους.
Υποστηρίζει πως πρέπει και ο Ελληνας παραγωγός να προσαρμοστεί: «Ερχονται παραγωγοί στις 15 Αυγούστου και λένε: "Εχουμε τόση παραγωγή. Τη θέλετε;". Μα, πώς θα την πάρω αν δεν έχω προηγουμένως συνεννοηθεί; Ο Ελληνας παραγωγός δεν εκπαιδεύτηκε ώστε να γνωρίζει τι θέλει η αγορά για να πάει σε πρώιμες ή όψιμες ποικιλίες που έχουν μέλλον. Εμείς, όπου πάμε, κάνουμε έρευνα αγοράς. Δεν μπορείς να πουλήσεις προϊόν όπου να 'ναι».
Με την εμπειρία τόσων χρόνων, ο Γιώργος Φραγκίστας εκνευρίζεται που δεν τηρούνται «οι όροι και οι διαδικασίες με αποτέλεσμα ο νόμιμος να βγαίνει μονίμως χαμένος. Επί σειρά δεκαετιών, το 60% των φρούτων που διακινούνται στα Βαλκάνια είναι από παράνομο εμπόριο με αποτέλεσμα τα ελληνικά προϊόντα να δυσφημούνται».
«Τι φρούτο είναι η Ελλάδα;» ρωτάμε. «Μοιάζει με πορτοκάλι, που από τη μια μεριά κινδυνεύει να σαπίσει από μύγα Μεσογείου, που του έχει αλλάξει τα φώτα, και από την άλλη έχει μια εξαιρετική γλυκόξινη γεύση».
Στρέφουμε το βλέμμα στο βραβείο του ως κυβερνήτη ιστιοπλοϊκού. Και εδώ στα χνάρια του παππού, που πέρασε και από το Ναυτικό. «Τι χρειάζεται, άραγε, το καράβι που λέγεται Ελλάδα;» αναρωτιόμαστε φωναχτά:
«Κυβερνήτη που να μπορέσει να συμμορφώσει ένα απείθαρχο πλήρωμα και να εκμεταλλευτεί τις μεγάλες δυνατότητες που έχει. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη που να έχει τόσες δυνατότητες όσες εμείς στον αγροτικό τομέα και τον τουρισμό, αλλά είμαστε απείθαρχοι. Υπάρχει η ρήση που λέει: "Οι λαγοί δεν γίνονται κοπάδι". Ε, δεν τα έχουμε καταφέρει ως λαός να συνεννοηθούμε και να συνεργαστούμε μεταξύ μας».
ENET