Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Προώθηση του ελληνικού κρασιού ως εξειδικευμένης μάρκας

                                                     
Για την ανάγκη εξέλιξης της εκστρατείας προώθησης του ελληνικού κρασιού στο εξωτερικό, ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη διείσδυση στο ευρύ κοινό, κάνει λόγο ο διευθύνων σύμβουλος της οινοποιίας Tsantali, Άγγελος Δημητριάδης, τονίζοντας πως το ελληνικό κρασί έχει αποδείξει ότι μπορεί να αποτελέσει «εργαλείο» ανάπτυξης της οικονομίας. Ο κ. Δημητριάδης σημειώνει ακόμη ότι ύστερα από την είσοδο στις πολλά υποσχόμενες αγορές της Κίνας, του Καναδά και της Βραζιλίας, η Tsantalis θα συνεχίσει με σοβαρά και προσεκτικά βήματα την ανάπτυξής της εκτός συνόρων.
Κύριε Δημητριάδη, τα ελληνικά κρασιά παρά την υψηλή ποιότητα και την ιδιαίτερη γεύση τους δεν έχουν τη θέση που τους αξίζει στο εξωτερικό. Πολλοί ισχυρίζονται πως για να έχουν καλύτερη τύχη χρειάζεται μια μορφή συνεταιρισμού μεταξύ των Ελλήνων οινοποιών, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των διεθνών αγορών. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη; Και αν ναι, έχετε κάνει κάποιου είδους συζητήσεις με άλλους παραγωγούς προς αυτή την κατεύθυνση;

Άγγελος Δημητριάδης, διευθύνων σύμβουλος «Tsantali»

Για τα δεδομένα της παγκόσμιας οινικής αγοράς, ο ελληνικός αμπελώνας είναι μικρός. Αυτό πρακτικά σημαίνει περιορισμένη ποσότητα, αλλά και ακριβότερη τιμή, δύο παράμετροι που σαφώς δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικοί για τους κορυφαίους διανομείς σε μια διεθνή αγορά με αμέτρητες επιλογές. Η δική μας απάντηση πρέπει να είναι η προώθηση του ελληνικού κρασιού ως εξειδικευμένης μάρκας (niche brand), μια στρατηγική κίνηση με προοπτικές, η οποία όμως για να αποδώσει προϋποθέτει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και δυνατό marketing. Αναμφισβήτητα έχουμε καλά κρασιά, μοναδικές γηγενείς ποικιλίες, ξεχωριστά terroirs. Δεν είμαστε όμως οι μόνοι. Επομένως οφείλουμε να βρούμε λύσεις για να είμαστε ρεαλιστικά ανταγωνιστικοί.
Η σύναψη στρατηγικών συνεργασιών είναι ένα βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση, καθώς προσφέρει μια μεγαλύτερη διαπραγματευτική ικανότητα. Από την πλευρά μας διερευνούμε πάντα με προσοχή ανάλογες ευκαιρίες και τις προοπτικές τους. Οι έως σήμερα συμμαχίες μας με Santo Wines για τους οίνους της Σαντορίνης, και ΑΣΕΠ Αμυνταίου, βασίζονται ακριβώς σε αυτή την αρχή, στη δημιουργία ενός ισχυρού δικτύου, στην καθιέρωσή μας ως ένας αξιόπιστος και ευέλικτος συνομιλητής/συνεργάτης του ελληνικού κρασιού στον διεθνή οινικό κλάδο.
Πρέπει όλοι μαζί να δουλέψουμε για το κτίσιμο της μάρκας «ελληνικό κρασί». Το ελληνικό κρασί -ακόμη και μέσα στις δύσκολες συνθήκες της τελευταίας τριετίας- έχει αποδείξει ότι μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας. Το στοίχημα για όλους μας είναι να εξελίξουμε την εκστρατεία και κυρίως, να συνδέσουμε τη ρητορική του brand με την επιχειρηματική-εμπορική ανάπτυξη, με άλλα λόγια να ενισχύσουμε την απόδοση επένδυσης. Ο Νεοϋορκέζος, για παράδειγμα, που δοκιμάζει ένα ελληνικό κρασί που του αρέσει σε μια εκδήλωση στο Μανχάταν, πρέπει να μπορεί να το βρει για να το αγοράσει στην κάβα της περιοχής του.

Η Tsantalis είναι μια έντονα εξωστρεφής οινοποιία με παρουσία σε πολλές διεθνείς αγορές. Τι νέο σχεδιάζετε για την περαιτέρω ανάπτυξή σας στο εξωτερικό;

Οι εξαγωγές ξεκίνησαν για την οικογένεια Τσάνταλη στα μέσα της δεκαετίας του '60. Επισημαίνω το γεγονός για να καταδείξω ότι ο εξωστρεφής προσανατολισμός μας ήταν στρατηγική επιχειρηματική επιλογή και όχι μέτρο έκτακτης ανάγκης λόγω της κρίσης. Αυτό μας έχει προσδώσει εμπειρία, τεχνογνωσία, αλλά και καθιέρωση σε διεθνές επίπεδο. Σήμερα δραστηριοποιούμαστε με συνέπεια και σταθερά αναπτυσσόμενο δίκτυο σε 55 χώρες. Κατέχουμε μερικά από τα πλέον σημαντικά success stories της ελληνικής οινοποιίας: είμαστε ο επίσημος προμηθευτής του Κρεμλίνου, τίτλος που απονεμήθηκε για πρώτη φορά σε οινοποιία διεθνώς, ενώ διαχειριζόμαστε δίκτυο καταστημάτων και corner shops TSANTALI στην Κίνα μέσω της θυγατρικής μας TSANTALI ASIA. Ήδη έχουμε μπει σε νέες, πολλά υποσχόμενες αγορές, όπως ο Καναδάς και η Βραζιλία.
Το σχέδιό μας βασίζεται σε όραμα και επιχειρηματική ανάπτυξη: μακροπρόθεσμη στρατηγική, σταθερά βήματα και ενδελεχής μελέτη των τοπικών αγορών πριν από την είσοδό μας σε αυτές. Δεν κάνουμε τυχαίες, αποσπασματικές κινήσεις για χάρη εντυπωσιασμού, αλλά αντίθετα δημιουργούμε προϋποθέσεις που θα δώσουν αξία στην επένδυσή μας. Η ιστορία και η θέση μας στην ελληνική και όχι μόνο αγορά, είναι για εμάς σοβαρή ευθύνη, απέναντι στην οποία δεν μας επιτρέπεται να φανούμε ασυνεπείς.

Από την άλλη πλευρά πώς αντιμετωπίζετε τις δυσκολίες στην ελληνική αγορά;

Μια αγορά σε ύφεση είναι φυσικό να έχει δυσκολίες και σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν υπάρχει απόλυτη δικλίδα ασφαλείας. Σίγουρα είναι υπέρ μας το γεγονός ότι είμαστε μια μεγάλη οινοποιία με σημαντική εμπορική δύναμη, καθιερωμένα brands στη συνείδηση του καταναλωτή και ισχυρή διαπραγματευτική ικανότητα. Την ίδια στιγμή, οι συνθήκες επιβραβεύουν τη φιλοσοφία μας να κτίζουμε επί δεκαετίες ουσιαστικά, άκρως επαγγελματικά πλαίσια win win συνεργασίας με τους πελάτες μας. Συνεχίζουμε να συνδιαλεγόμαστε με πλήρη αξιοπιστία και συνέπεια, πρακτική που αναγνωρίζεται, ειδικά σε ασταθείς συνθήκες όπως οι σημερινές.

Σε ποιο βαθμό έχει επηρεάσει η κρίση τις συνήθειες του Έλληνα ως προς της κατανάλωση κρασιού; Πόσο έχει βοηθήσει τον κλάδο σας η τάση στήριξης των ελληνικών προϊόντων;

Σαφώς υπάρχει μια τάση υπέρ της κατανάλωσης ελληνικού εμφιαλωμένου κρασιού τα τελευταία χρόνια. Σε αυτό συνετέλεσαν αφενός η σημαντική προσπάθεια των Ελλήνων οινοποιών που προσφέρουν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα γκάμα ποιοτικών εμφιαλωμένων κρασιών, αφετέρου η κρίση που -μαζί με τις δυσκολίες- δημιούργησε και ευκαιρίες.
Οι καταναλωτές έχουν στραφεί στα ελληνικά προϊόντα και στην επιλογή βάσει τιμής, γεγονός που δίνει σαφές προβάδισμα στο κρασί έναντι των υπόλοιπων αλκοολούχων ποτών που επιβαρύνονται με ειδικό φόρο.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ
Δεν προωθείται η ελληνική παραγωγή

Ο τουρισμός αποτελεί βασικό κανάλι κατανάλωσης του κρασιού. Είστε ικανοποιημένος από τον τρόπο που προωθούνται τα ελληνικά κρασιά στις τουριστικές περιοχές;

Γίνεται πολύς λόγος για την προώθηση του brand «ελληνικό κρασί» στο εξωτερικό, αλλά δεν αντιλαμβανόμαστε πλήρως το «υπέρ-όπλο» που έχουμε στα χέρια μας, τον τουρισμό. Ίσως είμαστε από τις ελάχιστες οινοπαραγωγές χώρες που έχουν την πολυτέλεια να υποδεχόμαστε εκατομμύρια επισκέπτες για διακοπές. Δυστυχώς, δεν έχουμε καταφέρει να αξιοποιήσουμε αυτό το πλεονέκτημα υπέρ μας. Έχουν γίνει βήματα, παρά ταύτα το κρασί συνεχίζει να είναι για τον εστιάτορα «κόστος» και όχι «υπηρεσία προστιθέμενης αξίας» και «εμπειρία» που μπορεί να προσφέρει στον πελάτη του. Οφείλουμε να αναλάβουμε -πολιτεία και οινοποιοί- πρωτοβουλία ενημέρωσης, η οποία αφενός να ενισχύει την οινική κουλτούρα του επαγγελματία, αφετέρου να προβάλει την υπεραξία που μπορεί το εμφιαλωμένο ελληνικό κρασί να προσδώσει στην επιχείρησή του.

ΗΜΕΡΗΣΙΑ,  Γιώργος Μανέττας