Προκαταβολή σύνταξης η οποία θα φθάνει το 50% του βασικού μισθού κατά την αποχώρηση θα λαμβάνουν όλοι οι Δημόσιοι υπάλληλοι μέχρι να ξεκινήσει η καταβολή της σύνταξης τους .
Αυτό προβλέπεται σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών που δόθηκε χθες σε διαβούλευση. Στόχος του υπουργείου είναι μνα να απαλειφθεί το μισθοδοτικό κενό που παρατηρείται σήμερα, και το οποίο αφορά το χρονικό διάστημα από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης.
Πιο αναλυτικά στο νομοσχέδιο περιέχονται οι ακόλουθες ρυθμίσεις για την προκαταβολή σύνταξης :
1. Ο μόνιμος ή ισόβιος υπάλληλος ή μόνιμος στρατιωτικός, που αποχωρεί από την Υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, λαμβάνει κατά μήνα και μέχρι την ημερομηνία έναρξης πληρωμής της σύνταξής του προκαταβολή σύνταξης, το ποσό της οποίας ανέρχεται σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού που έφερε κατά το χρόνο της αποχώρησής του, προσαυξημένου με το πενήντα τοις εκατό (50%) του τυχόν επιδόματος χρόνου υπηρεσίας. Ειδικά για τα πρόσωπα του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α), που υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, το ανωτέρω ποσοστό υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου, που έφερε ο υπάλληλος κατά την 31-10-2011.
Η προκαταβολή σύνταξης υπολογίζεται με βάση τα στοιχεία του Δελτίου Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης Υπαλλήλου – Λειτουργού (ΔΑΥΚ), τα οποία πρέπει να περιέρχονται ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λύσης της σχέσης του υπαλλήλου ή μόνιμου στρατιωτικού. Το χρονικό διάστημα καταβολής της δεν μπορεί να υπερβεί τους οκτώ (8) μήνες. Το ανωτέρω ποσό, κατά την καταβολή του, υπόκειται σε κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη και παρακράτηση φόρου εισοδήματος, ενώ απαλλάσσεται από κάθε άλλη κράτηση ή εισφορά.
Η πρώτη καταβολή του ανωτέρω ποσού, αναδρομικά από την επομένη της ημερομηνίας λύσης της σχέσης του υπαλλήλου ή μόνιμου στρατιωτικού, διενεργείται το αργότερο σε σαράντα (40) ημέρες από την ημερομηνία της ηλεκτρονικής περιέλευσης των ανωτέρω στοιχείων του υπαλλήλου στην Υπηρεσία Συντάξεων του ΔΑΥΚ.
Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων μπορεί με την έκδοση σχετικής αιτιολογημένης πράξης να διακόψει την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την καταβολή της.
Οι ανωτέρω αποδοχές δεν καταβάλλονται:
α) σε περίπτωση απόλυσης για πειθαρχικό παράπτωμα ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια των μόνιμων ή ισόβιων υπαλλήλων,
β) σε περίπτωση παραίτησης του υπαλλήλου ή στρατιωτικού που δεν έχει συμπληρώσει τα έτη ασφάλισης για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 26 του Κώδικα αυτού όπως ισχύει,
γ) σε περίπτωση που η σύνταξη δεν είναι άμεσα καταβλητέα λόγω μη συμπλήρωσης του προβλεπομένου ορίου ηλικίας για την καταβολή της και
δ) σε περίπτωση απόλυσης λόγω ανικανότητας ή θανάτου στην Υπηρεσία. Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές η σύνταξη καταβάλλεται στους δικαιούχους κατά απόλυτη προτεραιότητα.
2. Ο μόνιμος ή ισόβιος υπάλληλος, που επανέρχεται στην υπηρεσία, ή ο έφεδρος στρατιωτικός, που ανακαλείται από την αποστρατεία στην ενεργό υπηρεσία, δικαιούται να λάβει πάλι προκαταβολή σύνταξης σύμφωνα με τους όρους της προηγούμενης παραγράφου, αν η νέα υπηρεσία του είναι τουλάχιστον διετής, πραγματική και συνεχής.
3. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου, καταβάλλεται ως προκαταβολή σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του, εφόσον γι' αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 31 του Κώδικα αυτού όπως ισχύει, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) ολόκληρης της σύνταξής του. Σε περίπτωση που αποβιώσει ο υπάλληλος, ο οποίος έχει αποχωρήσει από την Υπηρεσία και βρίσκεται σε αναστολή καταβολής της σύνταξής του λόγω μη συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, το ποσό της προκαταβολής σύνταξης, που καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του, εφόσον γι' αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 31 του Κώδικα αυτού όπως ισχύει, ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ μηνιαίως.
4. Ποσά, που καταβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, συμψηφίζονται με τα ποσά που θα καταβληθούν ως αναδρομικά της σύνταξης. Εάν το ποσό των αναδρομικών της σύνταξης δεν επαρκεί για τον κατά τα ανωτέρω συμψηφισμό, το υπόλοιπο προς συμψηφισμό ποσό θα παρακρατηθεί από την καταβαλλόμενη σύνταξη σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 60 του Κώδικα αυτού, όπως ισχύει.
5. Στις περιπτώσεις μελλοντικής καταβολής της σύνταξης λόγω μη συμπλήρωσης του κατά περίπτωση ισχύοντος ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, ο κατά τα ανωτέρω συμψηφισμός της προκαταβολής σύνταξης θα διενεργηθεί κατά την καταβολή της σύνταξης. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις που ο υπάλληλος ή ο στρατιωτικός αποχώρησε από την Υπηρεσία, προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί, αλλά λόγω πλάνης περί τα πραγματικά περιστατικά δεν πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και, ως εκ τούτου, επανέρχεται στην Υπηρεσία.»
2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και για όσους έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά σε Ασφαλιστικό Οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, από 1-1-1993 και μετά.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης καθώς και τον έλεγχο των καταβαλλόμενων ποσών. Με ίδια απόφαση μπορεί να επαναπροσδιορίζεται το χρονικό διάστημα καταβολής της προκαταβολής σύνταξης, καθώς και η επέκταση της προκαταβολής σύνταξης σε όσους έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία και η υπόθεσή τους εκκρεμεί στην Υπηρεσία Συντάξεων μέχρι το χρόνο έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.
4. α. Η πράξη κανονισμού της σύνταξης του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης της σχετικής αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου αναστέλλεται μόνο σε περίπτωση διενέργειας σχετικής αλληλογραφίας από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και συνεχίζεται από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης του σχετικού απαντητικού εγγράφου.
β. Ο κανονισμός της σύνταξης του Δημοσίου διενεργείται κατ' απόλυτη σειρά προτεραιότητας με βάση την ημερομηνία που περιήλθε η σχετική αίτηση στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
5. Η αίτηση συνταξιοδότησης του υπαλλήλου ή στρατιωτικού μαζί με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται, όπως αυτά ορίζονται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, αποστέλλονται από την Υπηρεσία του στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το ΦΕΚ, στο οποίο δημοσιεύεται η λύση της δημοσιοϋπαλληλικής του σχέσης.
6. Παραβίαση των ανωτέρω διατάξεων, καθώς και παραβίαση των προθεσμιών των παρ. 4 (περ. α') και 5 καθώς και αυτών του τρίτου και πέμπτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, συνιστά:
α. ποινικό αδίκημα, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 256 ΠΚ (απιστία σχετική με την υπηρεσία), 259 ΠΚ (παράβαση καθήκοντος) και 261 ΠΚ (παρότρυνση υφισταμένων και ανοχή) και
β. πειθαρχικό παράπτωμα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 106 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α) για τους, κατά περίπτωση, εμπλεκομένους της αρμόδιας Διεύθυνσης και τιμωρείται με την πειθαρχική ποινή της περ. β) του άρθρου 107 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει.
Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της περ. β της ανωτέρω παρ. 4.
7. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για τους υπαλλήλους των ΝΠΔΔ που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς και των οποίων οι συντάξεις δεν καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο. Ειδικά για τα πρόσωπα αυτά εξακολουθούν να ισχύουν οι τροποποιούμενες με το άρθρο αυτό διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007.
Αυτό προβλέπεται σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών που δόθηκε χθες σε διαβούλευση. Στόχος του υπουργείου είναι μνα να απαλειφθεί το μισθοδοτικό κενό που παρατηρείται σήμερα, και το οποίο αφορά το χρονικό διάστημα από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης.
Πιο αναλυτικά στο νομοσχέδιο περιέχονται οι ακόλουθες ρυθμίσεις για την προκαταβολή σύνταξης :
1. Ο μόνιμος ή ισόβιος υπάλληλος ή μόνιμος στρατιωτικός, που αποχωρεί από την Υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, λαμβάνει κατά μήνα και μέχρι την ημερομηνία έναρξης πληρωμής της σύνταξής του προκαταβολή σύνταξης, το ποσό της οποίας ανέρχεται σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού που έφερε κατά το χρόνο της αποχώρησής του, προσαυξημένου με το πενήντα τοις εκατό (50%) του τυχόν επιδόματος χρόνου υπηρεσίας. Ειδικά για τα πρόσωπα του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α), που υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, το ανωτέρω ποσοστό υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου, που έφερε ο υπάλληλος κατά την 31-10-2011.
Η προκαταβολή σύνταξης υπολογίζεται με βάση τα στοιχεία του Δελτίου Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης Υπαλλήλου – Λειτουργού (ΔΑΥΚ), τα οποία πρέπει να περιέρχονται ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λύσης της σχέσης του υπαλλήλου ή μόνιμου στρατιωτικού. Το χρονικό διάστημα καταβολής της δεν μπορεί να υπερβεί τους οκτώ (8) μήνες. Το ανωτέρω ποσό, κατά την καταβολή του, υπόκειται σε κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη και παρακράτηση φόρου εισοδήματος, ενώ απαλλάσσεται από κάθε άλλη κράτηση ή εισφορά.
Η πρώτη καταβολή του ανωτέρω ποσού, αναδρομικά από την επομένη της ημερομηνίας λύσης της σχέσης του υπαλλήλου ή μόνιμου στρατιωτικού, διενεργείται το αργότερο σε σαράντα (40) ημέρες από την ημερομηνία της ηλεκτρονικής περιέλευσης των ανωτέρω στοιχείων του υπαλλήλου στην Υπηρεσία Συντάξεων του ΔΑΥΚ.
Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων μπορεί με την έκδοση σχετικής αιτιολογημένης πράξης να διακόψει την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την καταβολή της.
Οι ανωτέρω αποδοχές δεν καταβάλλονται:
α) σε περίπτωση απόλυσης για πειθαρχικό παράπτωμα ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια των μόνιμων ή ισόβιων υπαλλήλων,
β) σε περίπτωση παραίτησης του υπαλλήλου ή στρατιωτικού που δεν έχει συμπληρώσει τα έτη ασφάλισης για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 26 του Κώδικα αυτού όπως ισχύει,
γ) σε περίπτωση που η σύνταξη δεν είναι άμεσα καταβλητέα λόγω μη συμπλήρωσης του προβλεπομένου ορίου ηλικίας για την καταβολή της και
δ) σε περίπτωση απόλυσης λόγω ανικανότητας ή θανάτου στην Υπηρεσία. Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές η σύνταξη καταβάλλεται στους δικαιούχους κατά απόλυτη προτεραιότητα.
2. Ο μόνιμος ή ισόβιος υπάλληλος, που επανέρχεται στην υπηρεσία, ή ο έφεδρος στρατιωτικός, που ανακαλείται από την αποστρατεία στην ενεργό υπηρεσία, δικαιούται να λάβει πάλι προκαταβολή σύνταξης σύμφωνα με τους όρους της προηγούμενης παραγράφου, αν η νέα υπηρεσία του είναι τουλάχιστον διετής, πραγματική και συνεχής.
3. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου, καταβάλλεται ως προκαταβολή σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του, εφόσον γι' αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 31 του Κώδικα αυτού όπως ισχύει, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) ολόκληρης της σύνταξής του. Σε περίπτωση που αποβιώσει ο υπάλληλος, ο οποίος έχει αποχωρήσει από την Υπηρεσία και βρίσκεται σε αναστολή καταβολής της σύνταξής του λόγω μη συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, το ποσό της προκαταβολής σύνταξης, που καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του, εφόσον γι' αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 31 του Κώδικα αυτού όπως ισχύει, ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ μηνιαίως.
4. Ποσά, που καταβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, συμψηφίζονται με τα ποσά που θα καταβληθούν ως αναδρομικά της σύνταξης. Εάν το ποσό των αναδρομικών της σύνταξης δεν επαρκεί για τον κατά τα ανωτέρω συμψηφισμό, το υπόλοιπο προς συμψηφισμό ποσό θα παρακρατηθεί από την καταβαλλόμενη σύνταξη σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 60 του Κώδικα αυτού, όπως ισχύει.
5. Στις περιπτώσεις μελλοντικής καταβολής της σύνταξης λόγω μη συμπλήρωσης του κατά περίπτωση ισχύοντος ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, ο κατά τα ανωτέρω συμψηφισμός της προκαταβολής σύνταξης θα διενεργηθεί κατά την καταβολή της σύνταξης. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις που ο υπάλληλος ή ο στρατιωτικός αποχώρησε από την Υπηρεσία, προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί, αλλά λόγω πλάνης περί τα πραγματικά περιστατικά δεν πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και, ως εκ τούτου, επανέρχεται στην Υπηρεσία.»
2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και για όσους έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά σε Ασφαλιστικό Οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, από 1-1-1993 και μετά.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης καθώς και τον έλεγχο των καταβαλλόμενων ποσών. Με ίδια απόφαση μπορεί να επαναπροσδιορίζεται το χρονικό διάστημα καταβολής της προκαταβολής σύνταξης, καθώς και η επέκταση της προκαταβολής σύνταξης σε όσους έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία και η υπόθεσή τους εκκρεμεί στην Υπηρεσία Συντάξεων μέχρι το χρόνο έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.
4. α. Η πράξη κανονισμού της σύνταξης του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης της σχετικής αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου αναστέλλεται μόνο σε περίπτωση διενέργειας σχετικής αλληλογραφίας από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και συνεχίζεται από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης του σχετικού απαντητικού εγγράφου.
β. Ο κανονισμός της σύνταξης του Δημοσίου διενεργείται κατ' απόλυτη σειρά προτεραιότητας με βάση την ημερομηνία που περιήλθε η σχετική αίτηση στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
5. Η αίτηση συνταξιοδότησης του υπαλλήλου ή στρατιωτικού μαζί με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται, όπως αυτά ορίζονται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, αποστέλλονται από την Υπηρεσία του στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το ΦΕΚ, στο οποίο δημοσιεύεται η λύση της δημοσιοϋπαλληλικής του σχέσης.
6. Παραβίαση των ανωτέρω διατάξεων, καθώς και παραβίαση των προθεσμιών των παρ. 4 (περ. α') και 5 καθώς και αυτών του τρίτου και πέμπτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, συνιστά:
α. ποινικό αδίκημα, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 256 ΠΚ (απιστία σχετική με την υπηρεσία), 259 ΠΚ (παράβαση καθήκοντος) και 261 ΠΚ (παρότρυνση υφισταμένων και ανοχή) και
β. πειθαρχικό παράπτωμα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 106 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α) για τους, κατά περίπτωση, εμπλεκομένους της αρμόδιας Διεύθυνσης και τιμωρείται με την πειθαρχική ποινή της περ. β) του άρθρου 107 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει.
Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της περ. β της ανωτέρω παρ. 4.
7. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για τους υπαλλήλους των ΝΠΔΔ που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς και των οποίων οι συντάξεις δεν καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο. Ειδικά για τα πρόσωπα αυτά εξακολουθούν να ισχύουν οι τροποποιούμενες με το άρθρο αυτό διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007.