Η κυβέρνηση ποντάρει σε Ταμείο Ανάκαμψης, νέο ΕΣΠΑ και δράσεις κατάρτισης προκειμένου η μετάβαση στην «εργασιακή κανονικότητα», μετά την σταδιακή άρση των προστατευτικών μέτρων, να είναι όσο το δυνατόν πιο ομαλή χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση.
Στα ευρωπαϊκά κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ και ειδικά στις δράσεις κατάρτισης εργαζομένων και ανέργων ποντάρει σε μεγάλο βαθμό η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας για την ομαλή μετάβαση της αγοράς εργασίας στην μετά – κορονοιό εποχή. Η σταδιακή αποσύνδεση της οικονομίας από τον αναπνευστήρα των οριζόντιων κορονομέτρων – όπως είναι οι αναστολές συμβάσεων – και η ομαλή μετάβαση σε μια νέα «κανονικότητα» είναι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα του υπουργείου Εργασίας.
Την ώρα που η αγορά εργασίας παραμένει στον «πάγο» με το 12μηνο του 2020 να μετρά 844.443 λιγότερες προσλήψεις από το 2019 αλλά και 809.802 λιγότερες απολύσεις – παραιτήσεις, η σταδιακή άρση των προστατευτικών μέτρων όπως οι αναστολές συμβάσεων, που σχεδιάζεται για τους επόμενους μήνες ανάλογα και με την πορεία των κλαδικών και τοπικών lockdown, ενέχει τον κίνδυνο σημαντικών αναταράξεων σε μια βαθιά πληγωμένη από την πανδημία αγορά.
Στο περιβάλλον αυτό, η πορεία της αγοράς εργασίας στην μετά – κορονοιό εποχή ήταν από τα κυρίαρχα θέματα της ατζέντας που ξεδιπλώθηκε στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη του νέου υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστή Χατζηδάκη με τη Διοίκηση της ΓΣΕΕ. Ήταν η πρώτη από μια σειρά «διερευνητικών επαφών» με τους κοινωνικούς εταίρους, οι οποίες ξεκίνησαν από την Συνομοσπονδία των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα.
Στο πλαίσιο της τηλεδιάσκεψης και αναφερόμενος στις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού στην αγορά εργασίας, ο κ. Χατζηδάκης τόνισε ότι θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια τους επόμενους μήνες ώστε η μετάβαση στην «εργασιακή κανονικότητα», μετά την σταδιακή άρση των προστατευτικών μέτρων όπως οι αναστολές συμβάσεων, να είναι όσο το δυνατόν πιο ομαλή χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση. Σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή θα διαδραματίσουν και τα ευρωπαϊκά κονδύλια, με τον Κ. Χατζηδάκη να αναδεικνύει ως προτεραιότητα την βέλτιστη αξιοποίησή τους για δράσεις κατάρτισης εργαζομένων και ανέργων, ώστε να «πιάσουν τόπο». Κάλεσε μάλιστα την ΓΣΕΕ να προσφέρει τις γνώσεις της στην προσπάθεια αυτή, εκμεταλλευόμενη την εμπειρία του Ινστιτούτου Εργασίας.
Προς το παρόν, το μέτρο των αναστολών συμβάσεων ισχύει έως 31 Ιανουαρίου, γεγονός που σημαίνει πως η ομπρέλα προστασίας για τις απολύσεις θα παραμείνει ανοιχτή «α λα καρτ» έως και τα τέλη Φεβρουαρίου τουλάχιστον. Υπενθυμίζεται πως κατά την διάρκεια των αναστολών απαγορεύονται οι απολύσεις, τόσο στις κλειστές με κρατική εντολή όσο και στις ανοιχτές αλλά πληττόμενες επιχειρήσεις. Ειδικά οι ανοιχτές αλλά πληττόμενες επιχειρήσεις υποχρεούνται να διατηρούν μετά το τέλος της αναστολής τον ίδιο αριθμό εργαζομένων για χρονικό διάστημα ίσο με αυτόν της αναστολής. Με τον μηχανισμό αυτό, οι θέσεις εργασίας στις ανοιχτές αλλά πληττόμενες επιχειρήσεις, που κάνουν χρήση του μέτρου των αναστολών, προστατεύονται έως τέλη Φεβρουαρίου.
Στο πλαίσιο της «αποσωλήνωσης» της οικονομίας αναμένεται το επόμενο χρονικό διάστημα η σταδιακή άρση των οριζόντιων προστατευτικών μέτρων όπως είναι οι αναστολές συμβάσεων – μπορεί για παράδειγμα να ισχύουν κατά κύριο λόγο για τις εκάστοτε κλειστές με κρατική εντολή επιχειρήσεις και όχι με βάση την διευρυμένη λίστα πληττόμενων ΚΑΔ – και η ενίσχυση του μείγματος των μέτρων με πιο στοχευμένες δράσεις κοινωνικής προστασίας.
Στην εξίσωση που καλείται να λύσει το οικονομικό επιτελείο, για την διαμόρφωση των μέτρων τους επόμενους μήνες, σημαντικός παράγοντας φαίνεται πως είναι και το δημοσιονομικό κόστος, καθώς το έλλειμμα – μαμούθ του 2020 των 18,2 δισ. ευρώ προβληματίζει. Σε κάθε περίπτωση, η σταδιακή άρση των προστατευτικών μέτρων, όπως οι αναστολές συμβάσεων, θα είναι και το μεγάλο crash – test για την διακύμανση των απολύσεων και της ανεργίας, η οποία πάντως τον Οκτώβριο παρέμεινε στο 16,7%.
Στην χθεσινή τηλεδιάσκεψη με τη ΓΣΕΕ συζητήθηκε και η φιλοσοφία του υπό επεξεργασία εργασιακού νομοσχεδίου, όπως και η μεταρρύθμιση του συστήματος των επικουρικών συντάξεων. «Ανταγωνιστικότητα και κοινωνική συνοχή πάνε χέρι-χέρι», τόνισε ο κ. Χατζηδάκης, σημειώνοντας ότι η προσέλκυση των επενδύσεων πρέπει να συνδυαστεί με την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας χωρίς εκπτώσεις. Αυτό το πνεύμα θα διαπνέει και το εργασιακό νομοσχέδιο, υποστήριξε, αναδεικνύοντας ως ζητούμενα τον εκσυγχρονισμό του Σώματος Επιθεώρησης και Εργασίας (ΣΕΠΕ), αλλά και την ενίσχυση της αξιοπιστίας και της διαφάνειας των συνδικαλιστικών οργανώσεων. «Δεν θα αιφνιδιάσουμε κανέναν», τόνισε ο κ. Χατζηδάκης απευθυνόμενος στην ΓΣΕΕ, δηλώνοντας βέβαιος ότι «το νομοσχέδιο θα καταγραφεί ως θετική μεταρρύθμιση για τον χώρο της εργασίας συνολικά».
Στο μεταξύ, τα στοιχεία από την αγορά εργασίας είναι ανησυχητικά. Σύμφωνα με έρευνα κοινής γνώμης της ΓΣΕΕ σε εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, το 56% των εργαζομένων αναφέρει ότι μειώθηκαν τα εισοδήματά τους κατά την διάρκεια της πανδημίας. Από αυτούς το 22% δηλώνει απώλεια εισοδήματος πάνω από 31%, ενώ το 14% δηλώνει απώλεια εισοδήματος από 21 – 30%. Το 48% των εργαζομένων που αναφέρουν μείωση εισοδημάτων, δηλώνουν απαισιόδοξοι για την εξέλιξη της αμοιβής τους για το επόμενο 6μηνο.
Στον γενικό πληθυσμό της έρευνας, ο δείκτης αισιοδοξίας είναι ακόμη μικρότερος, καθώς το 58% δηλώνουν απαισιόδοξοι σε σχέση με την εξέλιξη των αμοιβών τους για το επόμενο 6μηνο, είτε μειώθηκαν οι αμοιβές τους είτε όχι. Το συγκεκριμένο ποσοστό είναι αυξημένα κατά μια ποσοστιαία μονάδα συγκριτικά με τον περασμένο Οκτώβριο.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι πως το 56% των ερωτηθέντων εκφράζει απαισιοδοξία για την πορεία της χώρας στους μήνες που έρχονται (το ποσοστό είναι αυξημένο κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με τον περασμένο Οκτώβριο). Αντίστοιχα το 39% των εργαζομένων δηλώνουν απαισιόδοξοι για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους (+1% σε σχέση με τον Οκτώβριο) και το 53% δηλώνουν αντίστοιχα αισιόδοξοι (-1% σε σχέση με τον Οκτώβριο).
Το 40% των εργαζομένων δηλώνουν ότι έχουν εργαστεί με τηλεργασία στην διάρκεια της πανδημίας. Η μεγάλη πλειοψηφία όμως εμφανίζονται να αξιολογούν αρνητικά την ταχεία ανάπτυξη της τηλεργασίας σε σχέση με την επαγγελματική εξέλιξή τους, την εξέλιξη της αμοιβής τους, τις ώρες εργασίας τους, τα εργασιακά δικαιώματά τους, την προσωπική ζωή τους και την ψυχική ισορροπία τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου