Αμφιβόλου αποτελεσματικότητας μέτρο θεωρείται η επιβολή φόρου στα τρόφιμα που περιέχουν πολλά λιπαρά, ζάχαρη ή αλάτι, με βάση την εμπειρία στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει εφαρμοσθεί. Αν και το κίνητρο στις περισσότερες αυτές χώρες ήταν η καταπολέμηση της παχυσαρκίας και όχι η αύξηση των φορολογικών εσόδων, τα στοιχεία δείχνουν ότι αφενός η παχυσαρκία δεν περιορίστηκε και αφετέρου υπέστη πλήγμα η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανία τροφίμων. Σε ορισμένες χώρες, εξάλλου, παρατηρήθηκε και μείωση των θέσεων εργασίας σε βιομηχανίες τροφίμων.
Σημειώνεται ότι οι χώρες στις οποίες έχει επιβληθεί φόρος στα «ανθυγιεινά» τρόφιμα είναι οι ακόλουθες:
-Δανία: Φόρος στα κορεσμένα λίπη. Επιβαλλόταν σε προϊόντα κρέατος, γαλακτοκομικά προϊόντα, σε φυτικά και ζωικά λίπη που περιείχαν κορεσμένα λιπαρά άνω του 2,3%. Ο φόρος ξεκίνησε να εφαρμόζεται τον Οκτώβριο του 2011 και καταργήθηκε τον Ιανουάριο του 2013.
-Δανία: Φόρος στα παγωτά. Εφαρμόζεται από το 1946 και ισχύει ακόμη.
-Δανία: Φόρος στους χυμούς και στα αναψυκτικά. Ξεκίνησε να εφαρμόζεται από το 1930 και καταργήθηκε τον Ιανουάριο του 2014.
-Δανία: Φόρος στις σοκολάτες και στα γλυκά. Ισχύει από το 1968.
-Φινλανδία: Φόρος στα ζαχαρώδη, στα παγωτά και στα αναψυκτικά. Στα ζαχαρώδη ισχύει από το 1926. Καταργήθηκε το 2000 αλλά ξεκίνησε η εφαρμογή του εκ νέου το 2011, όταν και προστέθηκαν τα παγωτά. Στα αναψυκτικά ισχύει από το 1930.
-Γαλλία: φόρος στα αναψυκτικά από τον Ιανουάριο του 2012 και στα ενεργειακά ποτά από τον Ιανουάριο του 2014.
-Ουγγαρία: ονομάζεται φόρος δημόσιας υγείας και η επιβολή του ξεκίνησε το 2011.
Επιβαρύνει ζαχαρώδη, αναψυκτικά, ενεργειακά ποτά και αλμυρά προϊόντα.
Το 2012 το ιρλανδικό υπουργείο υγείας πρότεινε την επιβολή φόρου 10 στα αναψυκτικά. Η πρόταση, όμως, απορρίφθηκε από το υπουργείο Οικονομικών. Φόρος στα αναψυκτικά είχε προταθεί και στην Ιταλία, όμως δεν επιβλήθηκε ποτέ.
Από εκτεταμένη μελέτη που πραγματοποίησε η Κομισιόν στις χώρες αυτές προκειμένου να διαπιστώσει τις συνέπειες από την εφαρμογή του επίμαχων φόρων κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
-Η κατανάλωση των προϊόντων που φορολογήθηκαν γενικώς μειώθηκε και οι καταναλωτές στράφηκαν σε προϊόντα που δεν φορολογούνταν ή που επιβαρύνονταν με χαμηλότερο φόρο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι οι καταναλωτές μπορεί να αγοράζουν φθηνότερα και χαμηλότερης ποιότητας προϊόντα της κατηγορίας που φορολογείται με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δημόσια υγεία. Το στοιχείο αυτό θα πρέπει να προβληματίσει ιδιαιτέρως τους ιθύνοντες στην Ελλάδα, δεδομένου του γεγονότος ότι ήδη μεγάλο μέρος του πληθυσμού στη χώρα έχει στραφεί προς φθηνότερα και χαμηλότερης ποιότητας τρόφιμα καθώς έχει συρρικνωθεί σημαντικά το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα.
-Η επιβολή των φόρων μπορεί να αυξήσει το διοικητικό κόστος για τις επιχειρήσεις, καθώς και να επιφέρει πλήγμα στην ανταγωνιστικότητά τους. Στη Δανία, για παράδειγμα, η μελέτη της Κομισιόν έδειξε ότι το διοικητικό κόστος από την επιβολή του φόρου στα κορεσμένα λιπαρά ήταν 800.000 ευρώ ετησίως για το δημόσιο και 5 εκατ. ευρώ για τη βιομηχανία. Συνολικά το κόστος για βιομηχανία και λιανεμπόριο υπολογίζεται ότι έφτασε έως 27 εκατ. ευρώ.
-Στη Φινλανδία η Nestle είδε τις πωλήσεις παγωτών να μειώνονται κατά 50% σε όγκο και σε αξία να χάνει 28 εκατ. ευρώ, ενώ στη βιομηχανία αναψυκτικών μειώθηκαν οι θέσεις εργασίας κατά 12% μέσα σε τρία χρόνια (2010-2013).
-Στην Ουγγαρία τα έσοδα της βιομηχανίας τροφίμων υποχώρησαν κατά 27%, χάθηκαν μεταξύ 2011-2013 περί τις χίλιες θέσεις εργασίας στον κλάδο.
Δήμητρα Μανιφάβα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου