Η τρούφα, το χαβιάρι της γης, δεν έχει καλλιεργητικές απαιτήσεις, καθώς αναπτύσσεται στο υπέδαφος ακόμη και άγονων εκτάσεων και η τιμή της φτάνει έως 700 ευρώ το κιλό. Η πρωτότυπη καλλιέργεια μανιταριών σε υποστρώματα και κορμούς δέντρων ακόμα και στο σπίτι, με ελάχιστο οικονομικό κόστος και χωρίς την ανάγκη απόκτησης ειδικού εξοπλισμού, μπορεί να αποτελέσει μια καλή πηγή συμπληρωματικού εισοδήματος. Οι «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» με τη βοήθεια ειδικών παρουσιάζουν τα μυστικά και τις τεχνικές για τις δύο αυτές δυναμικές καλλιέργειες που υπόσχονται εύκολο -και με μειωμένο ρίσκο- κέρδος.
Στην Ελλάδα υπάρχουν χιλιάδες αγροτεμάχια, οι ιδιοκτήτες των οποίων δεν μπορούν να τα εκμεταλλευτούν, λόγω του ότι μένουν μακριά και εργάζονται σε μεγάλα αστικά κέντρα. Ακόμη και η καλλιέργεια ελιάς ή σιταριού απαιτεί την παρουσία τους εκεί αρκετές φορές και σε συγκεκριμένο χρόνο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μένουν ανεκμετάλλευτα. Αντίθετα η καλλιέργεια της τρούφας δεν απαιτεί την παρουσία του καλλιεργητή, ο οποίος μπορεί να ασχολείται με τη φυτεία του, όποτε αυτός ευκαιρεί.
Εφόσον μάλιστα η συγκεκριμένη έκταση κατέχεται νόμιμα από τον φερόμενο ως ιδιοκτήτη της, με μια απλή κοινοποίηση στο δασαρχείο της περιοχής του, αποτρέπει το ενδεχόμενο να χαρακτηριστεί -κάποια στιγμή- η συγκεκριμένη έκταση ως δασική.
Αξιοποίηση
Η καλλιέργεια αυτή παρέχει μια εναλλακτική ευκαιρία αξιοποίησης των ορεινών αγρών που εγκαταλείπονται με αυξανόμενο ρυθμό, εξασφαλίζοντας ένα ελκυστικό συμπληρωματικό εισόδημα.
Είναι μια επιχείρηση που υλοποιείται με πολύ μικρό αρχικό κεφάλαιο, αλλά κυρίως δεν έχει πάγια έξοδα.
Από την άλλη, η καλλιέργεια μανιταριών σε υποστρώματα και κορμούς δέντρων αποτελεί μια πρωτότυπη ιδέα που μπορεί εύκολα και με ελάχιστο οικονομικό κόστος να συμπληρώσει το οικογενειακό εισόδημα ακόμα και στο σπίτι.
Χωρίς την ανάγκη απόκτησης ειδικού εξοπλισμού και με μοναδικό κόστος την αγορά υποστρωμάτων ή κορμών ξύλων πάνω στα οποία αναπτύσσονται τα μανιτάρια, μπορεί κάποιος να στήσει τη δική του μικρή μονάδα παραγωγής μανιταριών, με σκοπό τη διάθεσή τους στο εμπόριο, ακόμα και απευθείας σε επιχειρήσεις μαζικής εστίασης.
Τα μυστικά για τη χρυσοφόρα παραγωγή της τρούφας...
Η παραγωγή τρούφας γίνεται με τη δημιουργία ενός μικρού δάσους με άγρια δέντρα, στων οποίων όμως το ριζικό σύστημα -πριν φυτευτούν- έχει εγκατασταθεί εργαστηριακά ο μύκητας της τρούφας. Τα δύο επόμενα καλοκαίρια μετά τη φύτευση, αυτά τα δέντρα θα χρειαστούν λίγο πότισμα για να «πιάσουν».
Η μέση παραγωγή της τρούφας είναι 4-5 κιλά το στρέμμα που μπορεί να φθάσει τα 10-12 κιλά σε πετυχημένες καλλιέργειες και οι τιμές παραγωγού για τη μαύρη τρούφα είναι 600-700 ευρώ το κιλό και για τη θερινή τρούφα 100-150 ευρώ το κιλό.
Τα δέντρα με τα οποία συμβιώνει κυρίως είναι: Οι δρύες, οι φουντουκιές, τα πουρνάρια, τα πεύκα, οι λεύκες κ.λπ.
Ο αναπαραγωγικός κύκλος της μαύρης τρούφας αρχίζει την άνοιξη και διαρκεί 8-9 μήνες.
Η μαύρη τρούφα (Tuber melano-sporum) δεν μπορεί να ευδοκιμήσει παρά μόνο σε μερικά είδη εδαφών και συγκεκριμένα σε ασβεστώδη ή ασβεστούχα με μεγάλο εύρος περιεκτικότητας σε ασβέστιο και με υψηλό pH 7-8,5, καλό αερισμό, καλή στράγγιση και χαμηλή περιεκτικότητα σε άζωτο. Αλλα είδη τρούφας, όπως η θερινή τρούφα (Tuber aestivum), δεν είναι τόσο απαιτητικά, άλλωστε μπορούν να αναπτυχθούν ακόμη και σε ελαφρώς όξινα εδάφη.
To ιδεώδες κλίμα για την καλλιέργεια της τρούφας χαρακτηρίζεται από:
Θερμοκρασίες του αέρα κατά τη νύχτα άνω των -7° C έως 40° C. Η μέση ετήσια θερμοκρασία αέρα: 11° C-15° C.
Το ύψος της βροχόπτωσης που μπορεί να ανεχθεί η τρουφοκαλλιέργεια κυμαίνεται από 300 mm μέχρι 1.500 mm.
Υπάρχουν περίπου 50 είδη τρούφας. Ολοι αυτοί οι μύκητες όμως δεν είναι εδώδιμοι. Μόνο μία δεκάδα αποτελεί τους εδώδιμους και από αυτούς μερικοί μόνο έχουν υψηλή γαστρονομική και οικονομική αξία, όπως είναι η άσπρη τρούφα ή τρούφα του Πιεμόντε (Tuber magnatum) και η μαύρη τρούφα (Tuber melanosporum), ενώ η τιμή πωλήσεως της θερινής τρούφας (Tuber aestivum) και της κινεζικής τρούφας (Tuber indicum) είναι πάρα πολύ χαμηλότερη.
Πριν από την εγκατάσταση μιας νέας φυτείας, με φυτά εμβολιασμένα με τον μύκητα της τρούφας, πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του τους κάτωθι παράγοντες, όπως το pΗ του εδάφους, την ανάλυση του εδάφους, το είδος του φυτού που θα χρησιμοποιηθεί κ.λπ.
Φύτευση
Οι περίοδοι φυτεύσεως είναι δύο: Το φθινόπωρο, από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως τον Νοέμβριο και στο τέλος του χειμώνα από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Μάρτιο. Η προμήθεια των μυκορριζομένων φυτών πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένες επιχειρήσεις παραγωγής τέτοιων φυτών, οι οποίες έχουν την ειδική πιστοποίηση για παραγωγή και εμπορία μυκορριζομένων φυτών από τους ειδικούς για την εργασία αυτή πιστοποιητικούς οργανισμούς του εξωτερικού. Φυτεύονται συνήθως 50-60 φυτά το στρέμμα.
Με βάση την ανάλυση του εδάφους που διενεργείται πριν από την εγκατάσταση της τρουφοκαλλιέργειας, γίνεται η κατάλληλη λίπανση του εδάφους ώστε να προλαμβάνονται πιθανές ελλείψεις του σε μακροστοιχεία και ιχνοστοιχεία. Για την καταπολέμηση των ζιζανίων χρησιμοποιούνται ζιζανιοκτόνα όπως το Roundup. Επίσης με τη χρησιμοποίηση του χορτοκοπτικού για το κόψιμο των ζιζανίων και τον έλεγχο της αυτοφυούς βλάστησης.
Εχει διαπιστωθεί ότι δένδρα που έχουν ικανοποιητική παραγωγή τρούφας είναι τα περιποιημένα και κλαδεμένα, τα οποία είναι εγκατεστημένα σε εδάφη με μικρό βάθος και έχουν μέτρια γονιμότητα.
To πότισμα των δένδρων πρέπει να γίνεται κατά το πρώτο έτος απαραιτήτως μετά τη φύτευση, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να καταστραφούν τα μυκόρριζα του δενδρυλλίου από την ξηρασία.
Πριν αρχίσει να παρουσιάζεται η «καρποφορία» της τρούφας, παρατηρείται το φαινόμενο του «καψίματος» κάτω από την κόμη του δέντρου και συνήθως μέχρι εκεί που επεκτείνεται το ριζικό του σύστημα.
Η τρούφα συνήθως ευρίσκεται σε βάθος μερικών εκατοστών 10-25 cm μέχρι 40-50 cm από την επιφάνεια του εδάφους. Για να συλλέξουμε τις ώριμες τρούφες, άλλοτε χρησιμοποιούνταν ο χοίρος, σήμερα κυρίως χρησιμοποιείται ο εκπαιδευμένος σκύλος. To σκυλί επίσης είναι ικανό να επισημάνει τις τρούφες.
Τελευταία αναπτύσσεται ένα νέο σύστημα στο οποίο χρησιμοποιεί ένα ειδικό ηλεκτρονικό μηχάνημα ανίχνευσης πτητικών ουσιών.
Οι τεχνικές για την καλλιέργεια μανιταριών σε κορμούς δέντρων και υποστρώματα
Καλλιέργειες μανιταριών με χαμηλό κόστος επένδυσης είναι η καλλιέργεια των φαρμακευτικών μανιταριών σε κορμούς ξύλων και η καλλιέργεια υποστρωμάτων εμβολιασμένων με το κατάλληλο μυκήλιο κυρίως των μανιταριών πλευρώτους, και συσκευασμένων σε πλαστικούς σάκους. Υπάρχουν πολλά καλλιεργούμενα είδη μανιταριών και πολλά είδη υποστρωμάτων επάνω στα οποία αναπτύσσονται τα μανιτάρια.
Καλλιέργεια σε κορμούς δέντρων
Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται σήμερα σε πολλά μέρη του κόσμου για την παραγωγή φαρμακευτικών μανιταριών και κυρίως του Shitake και του Ganoderma και υπολογίζεται ότι ένα σύνολο κορμών, βάρους 3,6 κιλών που η αξία τους σαν καυσόξυλα είναι 150 ευρώ μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα της τάξης των 4.000 ευρώ.
Είναι μία σχετικά απλή μέθοδος που δεν απαιτεί από εκείνον που την εφαρμόζει ειδικές γνώσεις. Με τη μέθοδο αυτή μπορούν να καλλιεργηθούν και είδη εδώδιμων μανιταριών, κυρίως τα πλευρώτους. Η βασική αρχή του «εμβολιασμού» είναι να έρθει σε στενή επαφή, το μυκήλιο του καλλιεργούμενου μύκητα με το ξύλο των βλαστών. Για πρακτικούς λόγους, το μυκήλιο του μύκητα τοποθετείται σε ένα «βύσμα» που του επιτρέπει τη μεταφορά με ευκολία.
Σε γενικές γραμμές, τα φυλλοφόρα φυτά ενδείκνυνται καλύτερα από τα κωνοφόρα, επειδή τα κωνοφόρα περιέχουν στη ρητίνη μία ουσία, που προκαλεί παρεμπόδιση της ανάπτυξης του μύκητα. Το φαρμακευτικό μανιτάρι (Ganoderma lucidum) έχει την ιδιότητα να μπορεί να αναπτύσσεται ακόμη και σε κωνοφόρα.
Το δέντρο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή μανιταριών περισσότερο είναι η δρυς. Το ξύλο της δρυός είναι πυκνό και ο φλοιός της παχύς, στοιχεία που αποτελούν πολύ μεγάλα πλεονεκτήματα για την καλλιέργεια των μανιταριών.
Το ξύλο που θα επιλεγεί για να χρησιμοποιηθεί στην καλλιέργεια των διαφόρων ειδών μανιταριών πρέπει απαραιτήτως να είναι υγιές. Εάν οι συνθήκες καλλιέργειας έχουν τηρηθεί, το μυκήλιο θα εγκατασταθεί στο ξύλο και θα αναπτυχθεί μέχρι την περίοδο που οι χαμηλές θερμοκρασίες θα εμποδίσουν την παραπέρα ανάπτυξή του. Για την έναρξη της παραγωγής μανιταριών, απαιτείται μία περίοδος 6-12 μηνών αλλά στην πράξη η ελάχιστη περίοδος είναι ένα έτος. Μερικά μανιτάρια αρχίζουν να παράγουν μετά από 2 έτη και μερικά ακόμη αργότερα. Η συγκομιδή γίνεται γενικά την άνοιξη και το φθινόπωρο (δύο περιόδους συγκομιδής το έτος).
Καλλιέργεια σε πλαστικούς σάκους
Ενας απλός τρόπος είναι να προμηθευτεί ο ενδιαφερόμενος έτοιμο υπόστρωμα καλλιέργειας, το οποίο έχει εμβολιαστεί με την ποσότητα του σπόρου που απαιτείται. Οι πλαστικοί σάκοι έχουν συνήθως βάρος 18 κιλά βάρος. Στην αγορά υπάρχει επίσης το υπόστρωμα που είναι εμβολιασμένο αλλά ακόμη δεν έχει επωαστεί. Το υπόστρωμα αυτό απαιτεί 15-17 ημέρες να επωαστεί το μυκήλιο σε σκοτεινό θάλαμο και θερμοκρασία 18-25ο C ώστε να καταλάβει ολόκληρο τον όγκο του αχύρου. Το υπόστρωμα που έχει επωαστεί είναι έτοιμο για να αρχίσει η παραγωγή, αρκεί να το τοποθετήσουμε στις κατάλληλες συνθήκες περιβάλλοντος. Στη συνέχεια οι πλαστικοί σάκοι με το επωασμένο υπόστρωμα, τοποθετούνται σε σκιερό και δροσερό χώρο. . Πρέπει να διατηρείται η υγρασία του περιβάλλοντος ψεκάζοντας με νερό 1-2 φορές την ημέρα τον χώρο. Τα μανιτάρια φυτρώνουν μέσα σε 8-12 ημέρες. Συλλέγονται όταν φτάσουν το επιθυμητό μέγεθος, τραβώντας τα. Μπορούμε να συλλέξουμε σε 2-3 επαναλήψεις για 3-4 μήνες. Η τιμή των υποστρωμάτων κυμαίνεται σε 7-8 ευρώ ο κάθε πλαστικός σάκος. Υπολογίζουμε μια συνολική παραγωγή 6-7 κιλά μανιτάρια ανά πλαστικό σάκο και μία τιμή πωλήσεως 4 ευρώ το κιλό.
ΠΗΓΗ
Aπό τα πιο σημαντικά κομμάτια της καλλιέργιας,είναι η τοποθέτηση περίφραξης και μάλιστα σε ένα σχετικό βάθος.Αυτό γίνεται γιατί τα γουρούνια το μυρίζουν και καταστρέφουν την καλλιέργια.Πρώτοβήμα λοιπόν η τοποθέτηση περίφραξης,αν θέλεις να σώσεις την επένδυση που έχεις κάνει!
ΑπάντησηΔιαγραφή