Αν το 2013 ήταν το έτος «έκρηξης» των startup εταιρειών στο προσκήνιο της ελληνικής πραγματικότητας, τότε το 2014 μπορεί να ειπωθεί ότι ήταν το έτος «ωρίμανσης» πολλών από αυτές τις τεχνολογικές εταιρείες, καθώς και του οικοσυστήματος που οικοδομείται γύρω τους.
Ο δημοσιογράφος του Startupper.gr, Δημήτριος Πόγκας παρουσιάζει για το we του news247.gr τις ελληνικές startups* που «έλαμψαν» μέσα στο 2014, είτε γιατί κατάφεραν να φθάσουν στο στάδιο του «exit» είτε γιατί «σήκωσαν» σημαντικούς γύρους χρηματοδότησης είτε γιατί κατάφεραν να αναπτύξουν και να εξελίξουν τα επιχειρηματικά μοντέλα και τη δραστηριότητά τους.
*εταιρείες με νομική και φορολογική έδρα στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, αλλά με σημαντική εταιρική παρουσία στη χώρα.
Antcor και Crytpeia Networks
Πρόκειται για τις δύο σημαντικότερες εξαγορές ελληνικών startups μέσα στο 2014 (το 2013 πραγματοποιήθηκε μόνο μία εξαγορά, αυτή της BugSense, η οποία με νομική στις ΗΠΑ, αλλά φυσική παρουσία στην Αθήνα, απορροφήθηκε από τον αμερικανικό «κολοσσό» Splunk).
Η Antcor, ξεκινώντας το 2004 από την Πάτρα και μετακομίζοντας το 2006 στην Αθήνα, αναπτύσσει σχεδιασμό και λογισμικό για μικροεπεξεργαστές ασύρματων δικτύων wi-fi. Έχοντας λάβει πάνω από 1 εκατ. ευρώ χρηματοδότησης από την ελληνική Attica Ventures και 1,5 εκατ. από την εισηγμένη στο NASDAQ εταιρεία CEVA, αναδείχθηκε σε μία από τις περισσότερα υποσχόμενες νέες εταιρείες του κλάδου της και την άνοιξη ανακοίνωσε τη συμφωνία απορρόφησής της από την u-blox, εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Ελβετίας, με κεφαλαιοποίηση που ξεπερνά τα 600 εκατ. ευρώ και ηγέτιδα του κλάδου ημιαγωγών και στην τοποθέτησή τους στην αυτοκινητοβιομηχανία, έναντι τιμήματος που μπορεί να φθάσει μέχρι και τα 8,5 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συμφωνία εξαγοράς ελληνικής startup στην οποία συμμετέχει venture capital fund. Ο διευθύνων σύμβουλος Κώστας Μεϊμέτης και η 25μελής ομάδα του θα συνεχίζουν να καινοτομούν από τη χώρα μας, καθώς η Antcor μετατρέπεται σε κέντρο σχεδιασμού της ελβετικής εταιρείας, λειτουργώντας ως 100% θυγατρική.
Η Crypteia Networks δημιουργήθηκε το 2012 και με έδρα το Περιστέρι αναπτύσσει εταιρικές λύσεις ασφαλείας στο cloud για τον εντοπισμό και την αποτροπή σε τρέχοντα χρόνο κινδύνων όπως κλοπή δεδομένων ή κυβερνοεπιθέσεων. Ο κλάδος της ασφάλειας είναι ένας από τους μεγαλύτερους σε μέγεθος και αξία στην ψηφιακή οικονομία και η ελληνική εταιρεία προσέλκυσε το ενδιαφέρον της PCCW, επιχειρηματικής μονάδας με διεθνή παρουσία της μεγαλύτερης εταιρείας τηλεπικοινωνιών στο Χονγκ Κονγκ, HKT. Η εταιρεία και η ομάδα της απορροφήθηκε από την PCCW για ποσό που δεν δημοσιοποιήθηκε, ωστόσο θα παραμείνουν και αυτοί στην Ελλάδα, λειτουργώντας ως αυτόνομη θυγατρική, διατηρώντας το όνομα και την μπράντα της, αξιοποιώντας ωστόσο το διεθνές πελατολόγιο της PCCW. Την στιγμή της εξαγοράς η Crypteia Networks αριθμούσε πάνω από 150 πελάτες σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, αλλά και η Ελλάδα.
Workable, Travelplanet24, Transifex
Τρεις από τις εταιρείες που έχουν βοηθήσει στην ανάδειξη του «οικοσυστήματος» των startups στην Ελλάδα συνέχισαν και το 2014 την ανοδική τους πορεία, ολοκληρώνοντας μεγάλους για τα ελληνικά δεδομένα γύρους χρηματοδοτήσεων για την εκτέλεση των επιχειρηματικών τους πλάνων.
Η Workable κατάφερε να προσελκύσει το πιο σημαντικό όνομα διεθνούς επενδυτή μέσα στο 2014 ολοκληρώνοντας χρηματοδότηση 1,5 εκατ. δολ. με κύρια συμμετοχή (1 εκατ. δολ.) από την GreyLock Partners IL, την ισραηλινή θυγατρική του αμερικανικού ταμείου GreyLock. Το ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από αυτή τη συμφωνία είναι ότι η μητρική GreyLock είναι μία από τις πρώτες επενδυτικές εταιρείες που είχαν συμμετάσχει στη χρηματοδότηση του επαγγελματικού κοινωνικού δικτύου LinkedIn - ήδη από το 2004 και πολύ πριν ακόμη αυτό γίνει μία εισηγμένη εταιρεία το 2011, οι λειτουργικότητες δημοσίευσης αγγελιών εργασίας και αναζήτηση υποψηφίων του οποίου «ταιριάζουν γάντι» με την cloud πλατφόρμα διαχείρισης όλης της διαδικασίας μίας πρόσληψης που αναπτύσσει η Workable. Μέσα στο 2014, η εταιρεία ανακοίνωσε τη συνεργασία της με το Facebook για την παροχή της πλατφόρμας της σε νέες τεχνολογικές startups και developers, ενώ έκανε τα πρώτα βήματα φυσικής παρουσίας της στις ΗΠΑ, με τη δημιουργία εμπορικού γραφείου και τη μετακόμιση του διευθύνοντος συμβούλου της. Αυτό είναι το τρίτο γραφείο της εταιρείας, μετά το Λονδίνο, όπου και βρίσκεται η νομική και η φορολογική έδρα της, και την Αθήνα, όπου λειτουργούν τα τμήματα ανάπτυξης, πωλήσεων και επιχειρηματικών λειτουργιών.
Η Travelplanet24 κατάφερε να «κλείσει» το μεγαλύτερο συνολικό γύρο χρηματοδότησης ελληνικής startup μέσα στο 2014, και μάλιστα τη μεγαλύτερη συνολική επένδυση των JEREMIE funds - τα οποία συγχρηματοδοτούνται κατά 70% από κοινοτικά κονδύλια - στα δύο χρόνια λειτουργίας τους: 3,5 εκατ. ευρώ από Odyssey Jeremie Partners και Elikonos Jeremie SICAR. Το διαδικτυακό ταξιδιωτικό πρακτορείο ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2005 και πλέον λογίζεται όχι απλώς μία startup αλλά ως μία scale-up (σύμφωνα και με την ορολογία που χρησιμοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή), μία εταιρεία που κλιμακώνει την ανάπτυξή της, έχοντας φθάσει μέσα στο χρόνο που ολοκληρώνεται να ξεπερνά τα 170 άτομα προσωπικό, να διαχειρίζεται 300 εκατ. ευρώ συναλλαγών και να αποκομίζει 17 εκατ. ευρώ καθαρού τζίρου. Συγκαταλέγεται πλέον μέσα στις 20 μεγαλύτερες εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα, ενώ υπό την μπράντα του tripsta.com και με γραφεία σε Βουκουρέστι και Σάο Πάουλο παρέχει υπηρεσίες σε 1 εκατ. επιβάτες διεθνώς σε 37 χώρες στην Ευρώπη, την Βραζιλία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Ασία.
Η Transifex είναι μία ακόμη τεχνολογική εταιρεία που ξεκίνησε από την Πάτρα - το 2009, μετακόμισε στην Αθήνα - το 2014 - και τώρα διαγράφει πορεία στο εξωτερικό - στις ΗΠΑ. Η εταιρεία που ξεκίνησε ως ένα project μετάφρασης της διανομής Fedora του λειτουργικού συστήματος Linux έφθασε να έχει πελάτες εταιρείες όπως οι Coursera, Eventbrite, Waze, Disqus, Vodafone, οι οποίες χρησιμοποιούν την πλατφόρμα-cloud λογισμικό για τη μεταφορά σε τοπικές συνθήκες και μετάφραση διαφόρων των ιστοσελίδων, των εφαρμογών και των εγγράφων τους. Δύο χρόνια μετά την ίδρυσή της ως αμερικανική εταιρεία - το 2012 στην πολιτεία του Ντέλαγουαίαρ, δέχθηκε μία σημαντική χρηματοδότηση ύψους 2,5 εκατ. δολ. με κύρια συμμετοχή από το αμερικανικό ταμείο New Enterprise Associates, καθώς και από 2 ακόμη ταμεία και 7 επενδυτικούς αγγέλους προκειμένου να αναπτύξει περαιτέρω την τεχνολογία της και τη διείσδυσή της στην αμερικανική αγορά. Όπως και η Workable, συνεργάζεται με το Facebook για το πρόγραμμα υποστήριξης developers με τίτλο Fb Start, ενώ μέσα στο 2014 ανακοίνωσε την κυκλοφορία μίας νέας τεχνολογίας (Transifex Live), η οποία με απλό τρόπο και χωρίς την αλλαγή του κώδικα μίας ιστοσελίδας μπορεί να δημιουργεί συνεχώς ενημερωμένες μεταφράσεις της σε τρέχοντα χρόνο.
intale, Pollfish, Taxibeat και e-food
Τέσσερεις εταιρείες οι οποίες αναδείχθηκαν περισσότερο για τα επιχειρηματικά τους επιτεύγματα και τα ορόσημα που "έπιασαν" μέσα στη χρονιά, παρά για τους γύρους χρηματοδότησης που ολοκλήρωσαν ορισμένες από αυτές.
Η intale είναι η εταιρεία που δημιουργήθηκε το 2013 μετά από επένδυση 350.000 ευρώ του Piraeus Jeremie Tech Catalyst Fund στο i-kiosk, με στόχο να προωθήσει την ομώνυμη πλατφόρμα διαχείρισης σημείων μικρής λιανικής πώλησης και να αναπτύξει νέες λύσεις. Στο τέλος του 2014, και έχοντας λάβει από το PJ Tech Catalyst Fund επιπλέον 400.000 ευρώ, η intale προσεγγίζει τα 1.000 σημεία πώλησης τα οποία χρησιμοποιούν το λογισμικό i-kiosk, διαχειριζόμενη πάνω από 60 εκατ. συναλλαγές ετησίως. Μάλιστα, μέσα στο έτος η εταιρεία παρουσίασε μία αναβαθμισμένη έκδοση του προϊόντος της, η οποία το καθιστά μία πλήρη «σουίτα» εργαλείων για τη διαχείριση της επιχείρησης, πέραν από ένα λογισμικό συναλλαγών. Η ανακοίνωση «της χρονιάς», ωστόσο, για την εταιρεία ήταν αδιαμφισβήτητα η συνεργασία με την Τράπεζα Πειραιώς - η οποία είναι συνεπενδυτής του PJ Tech Catalyst Fund - ώστε μέσω του i-kiosk τα συνεργαζόμενα σημεία πώλησης να δέχονται εξοφλήσεις λογαριασμών κοινής ωφέλειας ή ιδιωτικών εταιρειών, αναβαθμίζοντας ουσιαστικώς τις επιχειρήσεις λιανικής πώλησης σε σημεία πληρωμών του τραπεζικού οργανισμού.
Η Pollfish χρηματοδοτήθηκε επίσης από το PJ Tech Catalyst Fund με 150.000 ευρώ το 2013 (έλαβε και 50.000 ευρώ από ιδιώτες επενδυτές), ωστόσο το 2014 φαίνεται πως είναι το έτος-«καμπή» για εκείνην, καθώς προσέθεσε μία νέα επιχειρηματική μονάδα στο επιχειρηματικό της μοντέλο, προκειμένου να αξιοποιήσει το μεγάλο όγκο δεδομένων που δημιουργεί το προϊόν της. Η εταιρεία έχει αναπτύξει μία πλατφόρμα η οποία εγκαθίσταται σε εφαρμογές τρίτων για την πραγματοποίηση ερευνών και δημοσκοπήσεων για λογαριασμό συνεργαζόμενων εταιρειών. Τα big data είναι ένα από τα «χρυσωρυχεία» του Διαδικτύου και η εταιρεία, με επιπλέον κεφάλαια 150.000 ευρώ στα "ταμεία" της, προσέθεσε στη δραστηριότητά της μία μονάδα που αξιοποιεί ακριβώς αυτό τον όγκο δεδομένων, παρέχοντας στις συνεργαζόμενες εταιρείες ανώνυμα στοιχεία καταναλωτικής συμπεριφοράς και συνηθειών για την εξαγωγής πολύτιμης επιχειρηματικής γνώσης. Η εταιρεία, μάλιστα, για να υποστηρίξει τη νέα της μονάδα μεγάλωσε από τους τέσσερεις ιδρυτές σε μία ομάδα 8 ατόμων, ενώ μέσα στο 2014 «έκλεισε» και τις πρώτες της εμπορικές συνεργασίας στην «άλλη άκρη του Ατλαντικού».
Το Taxibeat έχει καθιερωθεί στη «συνείδηση» του ελληνικού επιχειρηματικού οικοσυστήματος ως η πιο σημαντική startup εταιρεία. Μέσα στο 2014 - τρία χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του - το Taxibeat εξακολούθησε να θεωρείται η πιο σημαντική κινητή εφαρμογή για κλήση ταξί στη χώρα, ενώ στο εξωτερικό η “αποχώρηση” από τις αγορές του Βουκουρεστίου, του Παρισίου και του Όσλο αντισταθμίστηκε από την έναρξη λειτουργίας στην Λίμα και την ανάπτυξη μεριδίων στην Βραζιλία και στην Πόλη του Μεξικό. Μέσα στο έτος, η εταιρεία προχώρησε στο επαναλανσάρισμα της υπηρεσίας Boxi, μέσω της οποίας οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα να αποστείλουν αντικείμενα μέσω του συνεργαζόμενου στόλου ταξί, με προοπτικές να «διαταράξει» την αγορά των ταχυμεταφορών. Το 2015, πάντως, αναμένεται να είναι το πλέον ενδιαφέρον έτος στην ιστορία του Taxibeat, καθώς στον εγχώριο ανταγωνισμό (με εταιρείες όπως η Taxiplon) ήλθε να προστεθεί και η αμερικανική εταιρεία Uber, η οποία επέλεξε να λανσάρει στην Αθήνα όχι κάποια από τις αμφιλεγόμενες υπηρεσίες διασύνδεσης επιβατών με ιδιώτες οδηγούς, αλλά να συνεργασθεί και αυτή με τους αδειοδοτημένους οδηγούς ταξί της πόλης.
Το e-food εξακολούθησε και το 2014 να θεωρείται "κυρίαρχο" στην εγχώρια αγορά των ηλεκτρονικών παραγγελιών φαγητού, παρά τον ισχυρό ανταγωνισμό από αντίστοιχες πλατφόρμες (με κύριο "εκφραστή" τις επενδυσιοδεχθείσες ClickDelivery και Deliveras). Η εταιρεία πλέον εξυπηρετεί 6.500 παραγγελίες καθημερινώς και περί τις 150.000 μηνιαίως (από 20.000 στο τέλος του 2012 και 70.000 στις αρχές του 2014), ενώ τον Δεκέμβριο ανακοίνωσε ότι ξεπέρασε τις 1.500.000 παραγγελίες συνολικώς στα 2,5 χρόνια λειτουργίας του. Μέσα στο 2014 η ανάπτυξη της υπηρεσίας "τροφοδοτήθηκε" σε μεγάλο βαθμό από το κανάλι του mobile, καθώς ένα ποσοστό περίπου 35% των παραγγελιών που διαχειρίζεται καθημερινώς η εταιρεία δημιουργείται μέσω των κινητών εφαρμογών που έχει κυκλοφορήσει, και από το "μίγμα" μάρκετινγκ που χρησιμοποιεί, με ενέργειες στα κοινωνικά δίκτυα, όπως στο YouTube, αλλά και στο φυσικό χώρο, όπως με τη διοργάνωση "μαραθωνίων" gaming. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι η ανάπτυξη της εταιρείας έχει έλθει χωρίς εξωτερική χρηματοδότηση από θεσμικό επενδυτικό ταμείο, παρά μόνον από τα ίδια κεφάλαια των ιδρυτών και των ιδιωτών επενδυτών της, οι οποίοι συνεισέφεραν νέα κεφάλαια εντός του 2014.
Πηγή: Προδημοσίευση από το startupper.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου