Η Γερμανία έχει γίνει πόλος έλξης για πολλούς νέους που αναζητούν εργασία ή φιλοδοξούν να κάνουν τα πρώτα τους επαγγελματικά βήματα. Οι συνθήκες που επικρατούν στη γερμανική αγορά εργασίας δημιουργούν ένα πολλά υποσχόμενο περιβάλλον για ορισμένες κατηγορίες εξειδικευμένων εργαζομένων. Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για το 2012, η Γερμανία αποτελεί μετά τις ΗΠΑ τον πιο ελκυστικό μεταναστευτικό προορισμό μεταξύ των χωρών-μελών του διεθνούς οργανισμού.
Σε ό,τι αφορά τις πληττόμενες από την οικονομική κρίση χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η έλλειψη επαγγελματικής προοπτικής και η υψηλότατη ανεργία -ειδικά στους νέους- δρα καταλυτικά. Η γερμανική Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία κατέγραψε 33.379 νεοεισελθόντες από την Ελλάδα για το 2013. Ωστόσο, το μεγάλο βήμα προς το εξωτερικό αποτελεί σύνθετη υπόθεση.
Συνθήκη «win-win»
Το Ίδρυμα Μποδοσάκη, σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Γερμανίας στην Αθήνα και το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, έδωσε την ευκαιρία σε 10 νέους Έλληνες έως 32 ετών, κατόχους μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης ή τελειόφοιτους μεταπτυχιακούς φοιτητές, να κάνουν εξάμηνη πρακτική άσκηση σε γερμανικές επιχειρήσεις, στηρίζοντάς τους με το ποσό των 1100 ευρώ μηνιαίως. Η Κυριακή Μανουσαρίδου, κάτοχος μεταπτυχιακού στην Εφαρμοσμένη Πληροφορική, κάνει πρακτική ως προγραμματίστρια στην εταιρία UNISOLO GmbH στο Μπραουνσβάιγκ. Μιλώντας στην DW, δήλωσε πλήρως ικανοποιημένη, υπογραμμίζοντας τα πλεονεκτήματα που προσφέρει το πρόγραμμα υποτροφιών του Ιδρύματος Μποδοσάκη: «Το να έρθει κάποιος μέσω του ιδρύματος είναι καλύτερο από το να αποφασίσει μόνος του να στείλει βιογραφικό σε μια εταιρεία στο εξωτερικό και να πάει χωρίς στήριξη. Εμείς έχουμε και τη στήριξη του ιδρύματος, το οποίο έχει συνεργαστεί με την εταιρεία, οπότε ξέρεις ότι έρχεσαι κάπου που θα είναι καλά. Δεν πας 'κουτουρού'».
Ωφελημένοι δεν είναι όμως μόνο οι νέοι εργαζόμενοι, αλλά και οι επιχειρήσεις που αναζητούν καλά καταρτισμένο εργατικό δυναμικό. Η Δέσποινα Καζαντζίδου, γενική διευθύντρια της εταιρείας σχεδιασμού και εφαρμογής συστημάτων πληροφορικής UNISOLO GmbH, κάνει λόγο για μία συνθήκη «win-win». Όπως δήλωσε στην DW, «εμείς κερδίζουμε ως εταιρεία, διότι δεν είναι εύκολο να βρεθεί εξειδικευμένο προσωπικό για μικρές και μικρομεσαίες εταιρείες, καθώς οι Γερμανοί συνήθως προτιμούν μεγάλες εταιρείες».
Η οργανωμένη έλευση στη Γερμανία λειτουργεί για τους νέους εργαζόμενους ως δικλίδα ασφαλείας και ως πυξίδα για τον προσανατολισμό και την ένταξή τους στη γερμανική εργασιακή πραγματικότητα. Αυτό περιγράφει και η Κωνσταντίνα Κόλλια, μία από τους οκτώ νοσηλευτές που απασχολούνται από τον Φεβρουάριο στο Ευαγγελικό Νοσοκομείο στο Καλκ της Κολωνίας: «Εμείς, ας πούμε, ήρθαμε και τα είχαμε σχεδόν όλα έτοιμα. Είχαμε το σπίτι, τη δουλειά και τα μαθήματά μας. Δεν μπορώ να βρω κάποιο αρνητικό. Το μόνο είναι η δυσκολία στη γλώσσα». Το γερμανικό νοσοκομείο συμμετείχε στο επιδοτούμενο από τη γερμανική κυβέρνηση πρόγραμμαMobiPro-EU. Επτά νοσηλεύτριες και ένας νοσηλευτής, πτυχιούχοι ΤΕΙ, έχουν εξασφαλισμένη διαμονή, οδοιπορικά και παράλληλη εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας μέχρι το επίπεδο Β2, καθώς και τα έξοδα για τη μετάφραση και την αναγνώριση του τίτλου σπουδών τους, η οποία εκτιμάται ότι θα γίνει εντός του καλοκαιριού. Όσοι περάσουν με επιτυχία τη διαδικασία εξετάσεων θα ξεκινήσουν να εργάζονται ως ισότιμοι πια νοσηλευτές.
Δίχτυ προστασίας, όχι εχέγγυο επιτυχίας
Την οργάνωση και ολοκλήρωση της διαδικασίας εύρεσης και επιλογής των νοσηλευτών στην Ελλάδα ανέλαβε για λογαριασμό του νοσοκομείου η Τζένη Ακριβοπούλου, ψυχολόγος με ειδίκευση στην Οργανωτική και Οικονομική Ψυχολογία. Η επικεφαλής της Pediaconsulting, μίας γερμανικής εταιρείας που -μεταξύ άλλων- παρέχει συμβουλευτική στήριξη σε επιχειρήσεις, «συνοδεύει» τους νέους νοσηλευτές σε όλα τα στάδια της διαδικασίας μέχρι την οριστικοποίηση της πρόσληψής τους. Απαντώντας σε αιτιάσεις περί μαζικής φυγής ικανού ανθρώπινου δυναμικού από την Ελλάδα, η Τζένη Ακριβοπούλου υπογραμμίζει: «Κάποιοι μας κατηγορούν στην Ελλάδα ότι προωθούμε το brain drain. Δεν συμφωνώ. Δεδομένου ότι η ανεργία των νέων στην Ελλάδα υπερβαίνει το 56%, θεωρώ ανάρμοστο να μιλά κανείς για brain drain. Εμένα με ενδιαφέρει να φέρω εδώ ανθρώπους, να τους προσφέρω μία προοπτική, την ευκαιρία να μετεκπαιδευτούν και να αποκτήσουν εργασιακή εμπειρία. Και εφόσον υπάρξουν και πάλι δυνατότητες στην Ελλάδα, μπορούν να ξαναφύγουν».
Οι υποτροφίες και τα επιδοτούμενα προγράμματα λειτουργούν ως δίχτυ προστασίας για τους νέους που έρχονται στη Γερμανία. Δεν συνιστούν όμως εχέγγυο επιτυχίας. Η Μαρία Τριάντη, με μεταπτυχιακές σπουδές στα Χρηματοοικονομικά, δεν στάθηκε εξίσου «τυχερή». Όπως είπε, όσα κλήθηκε να κάνει κατά την πρακτική της σε επιχείρηση της Βάδης Βυρτεμβέργης δεν είχαν ουδεμία σχέση με το αντικείμενο σπουδών της. Αναγνωρίζοντας αφενός την αξία της υποτροφίας που της δόθηκε από το Ίδρυμα Μποδοσάκη, επισήμανε ότι «έχοντας ζήσει στη Γερμανία περίμενα πολύ διαφορετική καθημερινότητα ως προς το εύρος δουλειάς, επειδή είχα δει πως είναι τα πανεπιστήμιά τους. Σκέφτηκα να φύγω, αλλά είπα ότι εφόσον ήρθα, μπήκα σε μια διαδικασία, δεν είναι κάτι από το οποίο θα χάσω και με τον καιρό θα κάνω και κάτι που είναι στο αντικείμενό μου».
Πηγή: Deutsche Welle, από ΗΜΕΡΗΣΙΑ