Η ιστορία της θηραϊκής επιχείρησης ξεκινά το 1991, οπότε και ιδρύθηκε με την επωνυμία «Σιγάλας Οινοποιία ΕΠΕ», στη θέση που υπήρχε η παραδοσιακή κάναβα της οικογένειας του Πάρι Σιγάλα. Στη συνέχεια κατασκευάστηκε και λειτούργησε, το 1998, σε ιδιόκτητο χώρο, νέα μονάδα παραγωγής, εμφιάλωσης και παλαίωσης οίνων. Έκτοτε, και μετά από συνεχείς επενδύσεις εκσυγχρονισμού και επεκτάσεων διαμορφώθηκε η σημερινή παραγωγική υποδομή με δυνατότητα επεξεργασίας και εμφιάλωσης 300.000 φιαλών ετησίως.
Δύο νέες αγορές προσθέτει εντός του 2014 στο χαρτοφυλάκιο των εξαγωγών της η θηραϊκή οινοποιητική επιχείρηση «Κτήμα Σιγάλα Α.Ε.», διευρύνοντας σταθερά και ανοδικά το δίκτυο όπου έχει παρουσία στις διεθνείς αγορές. Όπως τονίζει στην «ΗτΣ» ο ιδρυτής και πρόεδρος της οινοποιητικής μονάδας, Πάρις Σιγάλας: «Βρισκόμαστε ήδη σε επαφές με την αγορά της Ινδίας και του Βιετνάμ για την εξαγωγή των προϊόντων μας». Σήμερα, τα κρασιά εξάγονται σε Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Αυστρία, Ολλανδία, Αγγλία, Κύπρο, Ελβετία, Χονγκ Κονγκ, Σαγκάη, Σουηδία, Σιγκαπούρη, Αυστραλία, Βραζιλία, ΗΠΑ και Καναδά, στηρίζοντας την αναπτυξιακή του στρατηγική στηριζόμενη πάντα στις τρεις βασικές ιδρυτικές του αρχές, τη δημιουργική σχέση με την παράδοση της θηραϊκής γης, την τεχνογνωσία και την υψηλή ποιότητα.
Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς είναι οι δημοφιλέστερες χώρες εξαγωγής των προϊόντων της «Κτήμα Σιγάλας», ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Γερμανία εμφανίζει τη μεγαλύτερη απορρόφηση. Μέχρι στιγμής, οι εξαγωγές αφορούν το 45% της παραγωγής, ενώ το υπόλοιπο 55% κατευθύνεται στην εγχώρια αγορά. «Γίνονται σοβαρές προσπάθειες προώθησης του ελληνικού κρασιού», τονίζει ο Π. Σιγάλας, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως «χρειαζόμαστε άλλου επιπέδου στόχευση από την πολιτεία προκειμένου να θέσουμε πολύ υψηλότερα τον στόχο. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει οργάνωση! Η Σαντορίνη μπορεί και έχει τις δυνατότητες να φτάσει πολύ υψηλά».
Η ιστορία της οινοποιητικής ξεκινά το 1991, οπότε και ιδρύθηκε η εταιρεία με την επωνυμία «Σιγάλας Οινοποιία ΕΠΕ». Αρχικά το οινοποιείο στεγάστηκε εκεί όπου παλαιότερα ήταν η παραδοσιακή κάναβα της οικογένειας του Πάρι Σιγάλα. Στη συνέχεια κατασκευάστηκε και λειτούργησε, το 1998, σε ιδιόκτητο χώρο, νέα μονάδα παραγωγής, εμφιάλωσης και παλαίωσης οίνων. Έκτοτε, και μετά από συνεχείς επενδύσεις εκσυγχρονισμού και επεκτάσεων, διαμορφώθηκε η σημερινή παραγωγική υποδομή με δυνατότητα επεξεργασίας και εμφιάλωσης 300.000 φιαλών ετησίως. Ενώ, για φέτος στόχος είναι η εμφιάλωση 400.000 φιαλών. Το 2003 αποτέλεσε ιδιαίτερα σημαντική χρονιά για την οινοποιητική, καθώς διευρύνεται η μετοχική της σύνθεση, με συνέπεια να ενισχυθεί η οικονομική αυτοτέλεια της εταιρείας, ενώ την ίδια χρονιά η εταιρεία μετονομάζεται σε «Κτήμα Σιγάλα Οινοποιητική Α.Ε.».
Ο αμπελώνας της Σαντορίνης είναι πανάρχαιος, με πανάρχαιες ποικιλίες. Στο νέο ηφαιστειακό έδαφος ξαναδημιουργείται μαζί με την εκ νέου κατοίκηση του νησιού γύρω στα 1200 π.Χ.
Δεν είναι υπερβολή ο χαρακτηρισμός του αμπελώνα της Σαντορίνης ως αμπελώνας «ηλικίας τριών χιλιάδων ετών», δεδομένου ότι από τότε μέχρι σήμερα καλλιεργείται χωρίς διακοπή, ενώ το αμπέλι και ο οίνος βρίσκονται εδώ και αιώνες στον πυρήνα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής του νησιού. Τα κλήματα είναι αυτόρριζα (δεν καταστράφηκαν από την επιδημία της φυλοξήρας), ηλικίας πάνω από 50 ετών.
Ποικιλίες
Στη δεκαετία του 1980 καταγράφηκαν 53 ποικιλίες, λευκές και ερυθρές, πολλές από τις οποίες είναι πανάρχαιες.
Στην «Κτήμα Σιγάλας» το Ασύρτικο είναι η κυρίαρχη ποικιλία του αμπελώνα. Συναντάται σε ποσοστό 90% ανάμεσα στις λευκές ποικιλίες, ενώ όλες οι λευκές μαζί καλύπτουν το 80% του αμπελώνα του νησιού. Είναι γηγενής ποικιλία, καλλιεργείται από την αρχαιότητα και είναι ποικιλία άριστα εγκλιματισμένη στις δύσκολες συνθήκες του νησιού. Το Αηδάνι είναι επίσης μια λευκή γηγενής ποικιλία του νησιού. Είναι αρωματική ποικιλία, με σχετικά χαμηλή οξύτητα.
Παραδοσιακά χρησιμοποιούσαν το Αηδάνι στο vinsanto, για να συνεισφέρει στην αρωματική πολυπλοκότητα αυτού του σπουδαίου και ονομαστού γλυκού οίνου της Σαντορίνης. Σήμερα, το Αηδάνι μαζί με την επίσης πανάρχαιη αιγαιοπελαγίτικη ποικιλία, το αθήρι, συμμετέχουν σε ποσοστό και οι δύο μαζί, το πολύ μέχρι 25%, στον οίνο με Ονομασία Προέλευσης «Σαντορίνη», ενώ το άλλο τουλάχιστον 75% καλύπτει το ασύρτικο. Η Μανδηλαριά είναι μια ερυθρή, επίσης πανάρχαιη ποικιλία, του Νοτίου Αιγαίου. Τη συναντάμε στη Ρόδο, την Κρήτη, την Πάρο και τη Σαντορίνη.
Μαζί με τις άλλες ερυθρές ποικιλίες του νησιού καλύπτει περίπου το 20% του αμπελώνα. Είναι ποικιλία ταννική, με πολλές χρωστικές ουσίες, ωριμάζει με δυσκολία, δίνοντας τις περισσότερες φορές μούστους με επιθετικές και άγουρες ταννίνες. Ενώ, το Μαυροτράγανο αποτελεί μια ερυθρή γηγενής ποικιλία του νησιού, η οποία κόντευε να εξαφανιστεί. Είναι ζωηρή ποικιλία, με χοντρές βέργες, σκληρό ξύλο, μεγάλα φύλλα, με μικρή παραγωγή.
Success Story
- Η ιστορία της οινοποιητικής ξεκινά το 1991, οπότε και ιδρύθηκε η εταιρεία με την επωνυμία «Σιγάλας Οινοποιία ΕΠΕ».
- Το 1998 κατασκευάστηκε και λειτούργησε νέα μονάδα παραγωγής, εμφιάλωσης και παλαίωσης οίνων.
- Η σημερινή παραγωγική υποδομή έχει δυνατότητα επεξεργασίας και εμφιάλωσης 400.000 φιαλών ετησίως.
- Το 2003 αποτέλεσε ιδιαίτερα σημαντική χρονιά για την οινοποιητική, καθώς διευρύνεται η μετοχική της σύνθεση.
- Το 45% της παραγωγής εξάγεται, ενώ το υπόλοιπο 55% κατευθύνεται στην εγχώρια αγορά.
Του ΚΟΣΜΑ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΥ,ΗΜΕΡΗΣΙΑ