Αύξηση της διείσδυσης των γυναικών στις υψηλόβαθμες θέσεις της ελληνικής επιχειρηματικής σκηνής παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που πραγματοποίησε η Icap Group. Ειδικότερα, σε δείγμα 22.497 εταιρειών που δημοσίευσαν ισολογισμό και το 2012, το ποσοστό των επιχειρήσεων που διευθύνονται από γυναίκες-ανώτατα στελέχη ανέρχεται σε 20,6% (4.635 εταιρείες). Στην αντίστοιχη ανάλυση που πραγματοποιήθηκε το 2012 (σε δείγμα 27,3 χιλ. εταιρειών) το ποσοστό των εταιρειών που διευθύνονταν από γυναίκες κυμαίνονταν στο 18,8%.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το μεγαλύτερο ποσοστό των εταιρειών που διευθύνονται από γυναίκες εξακολουθεί να εντοπίζεται στις πολύ μικρές ή τις μικρές επιχειρήσεις (με βάση την επίσημη κατηγοριοποίηση που ακολουθείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση). Μάλιστα, παρατηρείται ότι όσο αυξάνει το μέγεθος των εταιρειών (βάσει ετήσιου κύκλου εργασιών και προσωπικού) τόσο περισσότερο μειώνεται το ποσοστό συμμετοχής των εταιρειών που διοικούνται από γυναίκες στο σύνολο των επιχειρήσεων του δείγματος.
Ειδικότερα, το συγκεκριμένο ποσοστό είναι μεγαλύτερο στις επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών μικρότερο από 2 εκατ. ευρώ (22,6%) και με προσωπικό μικρότερο από 10 άτομα (21,6%). Αντίθετα, στις μεγάλες επιχειρήσεις το αντίστοιχο ποσοστό μειώνεται σημαντικά (8,2% στις εταιρείες με πωλήσεις άνω των 50 εκατ. ευρώ και 9,3% στις εταιρείες με προσωπικό άνω των 250 ατόμων).
Επίσης, παρατηρείται αξιόλογη αύξηση του ποσοστού των γυναικών σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες (βάσει τάξης μεγέθους εταιρειών) το 2013/12 και ειδικότερα στις μεγάλες και μεσαίες εταιρείες. Για παράδειγμα, το ποσοστό διείσδυσης των γυναικών στις μεγάλες εταιρείες (με προσωπικό άνω των 250 ατόμων) κυμαίνονταν πέρυσι σε 6,1%, ήτοι περισσότερο από τρεις ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με εφέτος. Ομοίως, στις μεσαίου μεγέθους εταιρείες (με κύκλο εργασιών 10 εκατ. ευρώ- 50 εκατ. ευρώ) το ποσοστό συμμετοχής των εταιρειών που διοικούνται από γυναίκες είναι αυξημένο κατά 17% (ή 2,2 ποσοστιαίες μονάδες) σε σχέση με πέρυσι.
Όσον αφορά στις κορυφαίες εταιρείες που διευθύνονται από γυναίκες- ανώτατα στελέχη και περιλαμβάνονται στην παρούσα έκδοση (Top 500 LWiB»), έξι στις δέκα (60%) σημείωσαν κύκλο εργασιών 2 εκατ. ευρώ- 10 εκατ. ευρώ το 2012 και ακολούθησε η κατηγορία 10 εκατ. ευρώ- 50 εκατ. ευρώ με 35,4%. Προκύπτει, δηλαδή, ότι η συντριπτική πλειοψηφία (95,4%) των μεγαλύτερων εταιρειών στην Ελλάδα που διευθύνονται από γυναίκες- ανώτατα στελέχη χαρακτηρίζονται (με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα) ως μικρομεσαίου μεγέθους.
Από τα συμπεράσματα της έρευνας προκύπτει ότι η μέση γυναίκα επιχειρηματίας/ ανώτατο στέλεχος που συμμετείχε στην έρευνα έχει υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, βρίσκεται στην ηλικία μεταξύ 40- 59 ετών και έχει οικογένεια (σύζυγο και παιδιά). Μάλιστα, οι περισσότερο καταρτισμένες γυναίκες (μεταπτυχιακού ή διδακτορικού επιπέδου) εργάζονται σε μεγαλύτερου μεγέθους εταιρείες.
Οκτώ (8) στις δέκα (10) γυναίκες, εκτός από τη διευθυντική/διοικητική τους θέση, συνδέονται και μετοχικά με την εταιρεία τους. Οι τελευταίες βρίσκονται κατά κανόνα περισσότερα έτη στην τρέχουσα θέση τους σε σύγκριση με εκείνες που κατέχουν μόνο διευθυντική/διοικητική θέση στην εταιρεία.
Προκειμένου να ανταποκριθούν στις αυξημένες υποχρεώσεις τους, αλλά και να επιτύχουν τις φιλοδοξίες τους για σταδιοδρομία σε ανώτατο επίπεδο, οι γυναίκες επιχειρηματίες εργάζονται σκληρά, καθώς το 53,3% αυτών απασχολείται κατά μέσο όρο άνω των 51 ωρών/εβδομάδα, ήτοι περισσότερο από 10 ώρες σε ημερήσια βάση. Ως αποτέλεσμα, περιορίζεται ο χρόνος που αφιερώνουν στην οικογένειά τους. Επιπλέον, η δημιουργία άγχους και στρες θεωρείται ο κυριότερος ανασταλτικός παράγοντας στην επαγγελματική τους ενασχόληση.
Η καριέρα βρίσκεται «πολύ» ή «πάρα πολύ» υψηλά στις προτεραιότητες της συντριπτικής πλειοψηφίας των γυναικών που βρίσκονται στο ανώτατο management (σε ποσοστό 87,3% του δείγματος). Μάλιστα, όσο ψηλότερα θέτουν την καριέρα στις προτεραιότητές τους, τόσο σκληρότερα εργάζονται.
Το 87,3% των γυναικών δηλώνουν «πολύ» ή «πάρα πολύ» ικανοποιημένες από την έως τώρα επαγγελματική τους εξέλιξη. Ωστόσο, το παραπάνω γεγονός δεν εξαντλεί τις φιλοδοξίες και τους στόχους τους, δεδομένου ότι το 64% αυτών εκτιμούν ότι θα έχουν διευρύνει τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες την επόμενη πενταετία.
Τα κίνητρα που οδηγούν τις γυναίκες να ασχοληθούν με την επιχειρηματικότητα και τη καριέρα σε ανώτατο επίπεδο είναι κυρίως η προσωπική ικανοποίηση και ανάπτυξη (το 90,4% του δείγματος το αξιολόγησε ως «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντικό κίνητρο), καθώς και η επιθυμία τους να αξιοποιήσουν τις εμπειρίες τους (85,6% του δείγματος).
Η σχετική πλειοψηφία των ερωτηθεισών (46,5%) θεωρεί ότι η γυναικεία επιχειρηματικότητα και η σταδιοδρομία των γυναικών σε ανώτατες διοικητικές/διευθυντικές θέσεις έχει αναπτυχθεί σε μέτριο βαθμό στην Ελλάδα, ενώ μόνο μία στις πέντε θεωρεί ότι έχει αναπτυχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Το 87,9% των ερωτηθεισών της έρευνας αξιολόγησε την «μη ικανοποιητική υποστήριξη από το κράτος» ως «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντικό πρόβλημα επιχειρηματικότητας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες επιχειρηματίες/διευθυντικά στελέχη στην Ελλάδα. Ακολούθησαν «η υπερβολική γραφειοκρατία/κανονισμοί» (με αντίστοιχο ποσοστό 86%) και «το περίπλοκο φορολογικό σύστημα» (84%). Με βάση τα παραπάνω κρίνεται αναγκαία η απλοποίηση και η εξάλειψη των όποιων στρεβλώσεων στο νομοθετικό και φορολογικό σύστημα, καθώς και η ανάληψη σαφών πολιτικών από τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Τα παραπάνω θα συμβάλουν, ως ένα βαθμό, στην έξοδο από την τρέχουσα ύφεση και στην είσοδο της οικονομίας σε φάση ανάπτυξης.
Παρά την οικονομική ύφεση, το 53,1% των γυναικών του δείγματος δήλωσαν ότι οι εταιρείες που διευθύνουν παρουσιάζουν αύξηση του κύκλου εργασιών το 2013 σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Μάλιστα, οι γυναίκες της έρευνας εμφανίζονται ιδιαίτερα αισιόδοξες για την πορεία των πωλήσεων το 2014, καθώς περίπου δύο στις τρεις προβλέπουν αύξηση, ενώ μόνο το 6,1% αυτών αναμένει μείωση πωλήσεων.
kerdos