Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

Ένας Έλληνας στην παγκόσμια ελίτ των οινοποιών

Κατάγεται από μία από τις πιο φημισμένες αμπελοοινικές περιοχές της χώρας, τη Νάουσα, και εκπροσωπεί την 6η γενιά οινοπαραγωγών της οικογένειάς του, την Οινοποιία Δαλαμάρας. Η είδηση όμως είναι αλλού. Ο 27χρονος Κωστής Δαλαμάρας συγκαταλέγεται στα 30 ανερχόμενα και υποσχόμενα ταλέντα στην παραγωγή οίνου παγκοσμίως, σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό Wine & Spirits.

Για το γεγονός ο ίδιος φροντίζει να κρατά χαμηλό προφίλ. Όχι ότι δεν αισθάνεται μεγάλη τιμή για τη συγκεκριμένη διάκριση. Αντιθέτως. Απλώς είναι περισσότερο προσγειωμένος στον στόχο του, που δεν είναι άλλος από το να αποδείξει ότι άξιζε αυτήν τη διάκριση.

«Πρέπει να τους δικαιώσω. Να βγουν είκοσι χρόνια μετά να γράψουν και πάλι για τα ταλέντα που κάποτε ανακάλυψαν και εκείνη τη στιγμή θα έχουν διαπρέψει», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο στόχος, θα σκεφθεί κάποιος, είναι αν μη τι άλλο φιλόδοξος. Πόσο μάλλον σε μια χώρα η οποία τρώει τα παιδιά της και σε μια κοινωνία η οποία είχε εκχωρήσει τις ελπίδες και το μέλλον της στα χέρια τρίτων.

Αυτή η κουλτούρα με την οποία μεγάλωσαν γενιές και γενιές Ελλήνων φαίνεται να αποτελεί ένα κακό όνειρο για τη νέα γενιά, στην οποία ανήκει ο Κωστής Δαλαμάρας. Ανήκει σε αυτούς που υποστηρίζουν πως «θα πρέπει επιτέλους να μάθουμε να κάνουμε κάποια πράγματα μόνοι μας». Κοσμοθεωρία η οποία επεκτείνεται ακόμη και στην αξιοποίηση κοινοτικών πόρων. Υποστηρίζει ότι «οι κάθε φύσεως χρηματοδοτήσεις κάποιων δράσεων είναι πάντα καλοδεχούμενες, αλλά θα πρέπει να μάθουμε να μην είμαστε εξαρτημένοι από αυτές».

Ακόμη όμως και για κάποιον που θέλει να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο, η πραγματικότητα τον προσγειώνει μάλλον ανώμαλα. Η γραφειοκρατία και τα δεδομένα που συνεχώς αλλάζουν είναι τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι ξοδεύει τον μισό του χρόνο ασχολούμενος με χαρτιά.Αποτέλεσμα να μην έχει τον χρόνο που χρειάζεται για να αφοσιωθεί εξ ολοκλήρου σε αυτό που κάνει.

«Φανταστείτε έναν δρομέα που κάθε εκατό μέτρα πρέπει να πηγαίνει στη γραμματεία να υπογράφει. Τι πιθανότητες έχει να διακριθεί;», μας λέει.

Ωστόσο κανένα πρόβλημα, τα περισσότερο εκ των οποίων πηγάζουν από κακές νοοτροπίες του παρελθόντος που πρέπει να αφήσουμε πίσω μας, όπως λέει χαρακτηριστικά, δεν είναι τόσο σοβαρό ώστε να σταθεί εμπόδιο σε ό,τι κάνει.


Από την Ελλάδα στη Βουργουνδία και πίσω στα πάτρια εδάφη

Ο Κωστής μεγάλωσε στην κυριολεξία μέσα στα αμπέλια και από μικρός ήξερε τι ήθελε να γίνει όταν μεγαλώσει. Στα 18 του ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή στη Θεσσαλονίκη και μετά έφυγε για τη Βουργουνδία της Γαλλίας όπου σπούδασε Αμπελουργία και Οινολογία.

Κάποιοι θα σκεφτούν ότι ο Κωστής ανήκει στους τυχερούς αφού είχε την οικονομική δυνατότητα να ακολουθήσει το όνειρό του και την οικογενειακή παράδοση επιστρέφοντας στα πάτρια εδάφη να βρει μια στρωμένη δουλειά, που τον περίμενε.

Για να αποκαταστήσουμε την αλήθεια θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η σχολή στη Γαλλία ήταν «φυσικά δωρεάν», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά. Επιπλέον, συγκρίνοντας με φίλους του που έκαναν τις σπουδές τους στην Ελλάδα, σε πολλές περιπτώσεις το κόστος ήταν χαμηλότερο για εκείνον. Και όχι μόνο αυτό. Στη Γαλλία το πρόγραμμα της σχολής αφορούσε νέους οι οποίοι ενδιαφέρονται να αναλάβουν πλήρως οινοπαραγωγικές επιχειρήσεις. Περιλάμβανε αμπελουργία, οινολογία, οικονομία και αρκετή πρακτική εξάσκηση.

Στην Ελλάδα, όπως μας λέει, ο χρόνος σπουδών στο αντίστοιχο ΤΕΙ είναι διπλάσιος και τα μαθήματα αόριστα. Οι διαφορές στην εκπαίδευση δεν περιορίζονται μόνο σε αυτά. Το ελληνικό ΤΕΙ βρίσκεται στο Αιγάλεω, ενώ η γαλλική σχολή βρίσκεται στην καρδιά της αμπελουργικής ζώνης της Βουργουνδίας, όπου οι πάντες και τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το αμπέλι και το κρασί.

Εκτός από τις σπουδές του στη Γαλλία, ο Κωστής σπούδασε και στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή. Χάρη σε αυτήν άλλωστε έκανε και το πρώτο του ταξίδι στη Βουργουνδία μέσω ενός προγράμματος ανταλλαγής μαθητών.

Όπως λέει «η εμπειρία μου στο οικοτροφείο της σχολής με βοήθησε να προσαρμοστώ πολύ εύκολα στη ζωή στη Γαλλία και έτσι κατάφερα να αφοσιωθώ στις σπουδές μου χωρίς να με απασχολούν άλλα ζητήματα».
Σύμφωνα με τον ίδιο, το σημαντικότερα από όσα έμαθε στην ΑΓΣ ήταν η σπουδαιότητα της πρακτικής εξάσκησης. «Η θεωρία έχει κάποια όρια. Στην πρακτική βλέπεις πράγματα που δεν θα μάθαινες ποτέ στο μάθημα. Από εκεί και πέρα πρέπει να δουλέψεις και να ψαχτείς μόνο σου. Αλλιώς δεν πας πουθενά».


Περί οινικής και... επιχειρηματικής κουλτούρας

Ο ίδιος παραδέχεται πως το να γίνει κάποιος οινοποιός με δικό του οινοποιείο δεν είναι και τόσο εύκολο εάν δεν υπάρχει κάτι προηγουμένως. Ωστόσο, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στις οινοποιίες στο Ρουσιγιόν, όπου οι ιδιοκτήτες τους είχαν ξεκινήσει από το μηδέν και τα κατάφεραν γιατί δουλέψαν αργά και μεθοδικά, χωρίς βιασύνες.

«Εύκολο σίγουρα δεν είναι, όχι όμως και ακατόρθωτο», υποστηρίζει. Βέβαια στη Γαλλία η οινική κουλτούρα είναι βαθιά ριζωμένη στο DNA των ανθρώπων.

Στην Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, όπως σημειώνει, «πολλοί προσπαθούν να κάνουν όνομα μέσα από το κρασί, άλλους τους ενδιαφέρει το εύκολο κέρδος, άλλοι πάλι θέλουν να γίνουν μεγάλοι και σπουδαίοι από τη μία μέρα στην άλλη».

Την ίδια ώρα, η μόδα με τις ξένες ποικιλίες και τα ξενόφερτα ονόματα ζημίωσαν τις ελληνικές ποικιλίες, όπως σημειώνει. Σήμερα η στροφή στα ελληνικά προϊόντα και κατ' επέκταση στις ελληνικές ποικιλίες, που οι ίδιοι εξαφανίσαμε και τις πουλάμε για χρυσάφι, απλώς και μόνο επειδή έχουν κάποιο παλιό ξεχασμένο όνομα, όπως λέει, γίνεται άναρχα.

«Δεν έχουμε ισορροπία, είμαστε των άκρων», επισημαίνει. Ως παράδειγμα φέρνει τα winebars, όπου όλοι οι ουισκάδες έγιναν, όπως λέει, ξαφνικά ειδικοί στο κρασί και τα winebars πιο πολλά από τα frozen yogurts! Για να σημειώσει «αν μεθαύριο αλλάξει η μόδα όλα τα winebars σε χρόνο ρεκόρ θα γίνουν π.χ. μπιραρίες». Κατάσταση η οποία επιβεβαιώνει κατά τον ίδιο ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός και ότι ως λαός τρέχουμε πάντα πίσω από τις εξελίξεις.


Λίγα λόγια για την οινοποιία Δαλαμάρα

Η εμπειρία της οικογένειας Δαλαμάρα στον χώρο του κρασιού ξεκινά πριν από 160 χρόνια, το 1840, όταν ο Ιωάννης Γεωργίου Δαλαμάρας δημιούργησε τον πρώτο του αμπελώνα στη Νάουσα. Σήμερα τη σκυτάλη έχουν πάρει ο Γιάννης Κων/νου Δαλαμάρας με τη σύζυγό του Κατερίνα, η πέμπτη γενιά που συνεχίζει την παράδοση, ενώ ο υιός τους, Κωστής Δαλαμάρας, αποτελεί την έκτη γενιά της οικογενειακής παράδοσης.

Ο αμπελώνας, βιολογικής καλλιέργειας από το 1996, είναι πιστοποιημένος, ενώ το οικογενειακό οινοποιείο είναι επισκέψιμο από το 1998. Τα κρασιά του οινοποιείου εξάγονται σε Γαλλία, Η.Π.Α., Βέλγιο, Καναδά, Νορβηγία, Γερμανία, Ιαπωνία και Αυστραλία.