του Martin Wolf
Μια μεγάλη χώρα με τεράστιο διαρθρωτικό πλεόνασμα συναλλαγών δεν εξάγει μόνο προϊόντα. Εξάγει επίσης και χρεοκοπία και ανεργία, γράφει ο M. Wolf. Τι (δεν) αλλάζει και τι μένει (δραματικά) ίδιο με τον εκλογικό θρίαμβο Merkel.
To εντυπωσιακό εκλογικό αποτέλεσμα που εξασφάλισε η Angela Merkel επιβεβαιώνει τη θέση της ως κυρίαρχου πολιτικού στη Γερμανία και επίσης στην Ευρώπη. Θεωρείται ότι θα φτιάξει την ευρωζώνη που επιθυμεί: μια Γερμανία με μεγάλα γράμματα. Πιθανόν να γίνει έτσι. Αλίμονο. όμως... Αν γίνει έτσι, θα είναι ένα βαθιά θλιβερό θέαμα.
Ο Wolfgang Schäuble, υπουργός Οικονομικών της χώρας, παρουσίασε την άποψη πάνω στην οποία βασίζεται η τρέχουσα θέση του Βερολίνου, με αποστομωτική διαύγεια την περασμένη εβδομάδα στους Financial Times. Οι καταστροφολόγοι, είπε, έχουν λάθος. Αντίθετα «ο κόσμος θα ευφρανθεί με τις θετικές οικονομικές ενδείξεις που στέλνει η ευρωζώνη σχεδόν ασταμάτητα τις τελευταίες ημέρες».
Αν οι υφέσεις και η μαζική ανεργία συνιστούν επιτυχία, τότε η ευρωζώνη πράγματι αποτελεί θρίαμβο. Ο W. Schäuble κατηγορεί τους επικριτές του ότι ζουν σε ένα παράλληλο σύμπαν. Είμαι πολύ ευτυχισμένος που ζω εκεί, παρά να ζω στο δικό του σύμπαν.
Ο Ambrose Evans-Pritchard της The Telegraph κατέθεσε μια εύγλωττη ανταπόκριση. Ο Kevin O'Rourke του Oxford και ο Alan Taylor του University of California παρέθεσαν μια αποκαρδιωτική εκτίμηση, καταλήγοντας ότι δεν είναι απίθανο να επέλθει η διάλυση.
Πού βρίσκεται, λοιπόν, η ευρωζώνη; Η ανεργία της είναι 12%. Το ΑΕΠ της το β΄ τρίμηνο ήταν 3% χαμηλότερα από το προ κρίσης ζενίθ και 13% χαμηλότερα από τη μέση προ κρίσης τάση. Στο πιο πρόσφατο τρίμηνο, το ισπανικό ΑΕΠ ήταν 7,5% χαμηλότερο από το προ της κρίσης ζενίθ, της Πορτογαλίας 7,6%, της Ιρλανδίας 8,4%, της Ιταλίας 8,8% και της Ελλάδας 23,4%.
Καμία από αυτές τις χώρες δεν απολαμβάνει δυναμική ανάκαμψη. Τα πιο πρόσφατα ποσοστά ανεργίας είναι 12% στην Ιταλία, 13,8% στην Ιρλανδία, 16,5% στην Πορτογαλία, 26,3% στην Ισπανία και 27,9% στην Ελλάδα. Θα ήταν υψηλότερα χωρίς τη μετανάστευση. Το πρόβλημα της Ιρλανδίας είναι καθαρή προειδοποίηση: έχει αποκαταστήσει εδώ και καιρό την ανταγωνιστικότητά της και έχει μεγάλο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών.Όμως το ΑΕΠ της έχει μείνει στάσιμο επί τέσσερα χρόνια.
Ανάλογη στασιμότητα πιθανόν να είναι η τύχη και των υπολοίπων. Γιατί: Για να το καταλάβουμε πρέπει να κατανοήσουμε γιατί είναι παράλογοι οι παραλληλισμοί που κάνει ο W. Schäuble ανάμεσα στις γερμανικές μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του 2000 και στη θέση των ευάλωτων χωρών σήμερα.
Η Γερμανία υπέστη ήπια ύφεση το 2003. Οι σημερινές ευάλωτες χώρες υφίστανται οικονομική κατάρρευση. Το μεγαλύτερο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας ήταν το 1,7% του ΑΕΠ το 2000. Στις χώρες που πλήττονται σήμερα από την κρίση είναι πολύ μεγαλύτερο και της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας ξεπερνά το 10% του ΑΕΠ. Η Γερμανία δεν είχε τεράστια χρέη και δεν δυσκολευόταν να βρει χρηματοδότηση. Σήμερα, οι πληγωμένες χώρες έχουν τεράστια χρέη στους ώμους τους και μεγάλο πρόβλημα χρηματοδότησης.
Πριν από την κρίση, ο κόσμος και οι οικονομίες της ευρωζώνης παρήγαν μεγάλη ζήτηση για τις γερμανικές εξαγωγές. Οι σημερινές ευάλωτες χώρες προσπαθούν να προσαρμοστούν σε μια περίοδο χρόνιας υποτονικής ζήτησης. Στην προ της κρίσης ακμή, οι εταίροι της Γερμανίας δυσκολεύονταν να αποφύγουν τον υψηλό πληθωρισμό. Στη σημερινή αδύναμη οικονομία η Γερμανία δεν δυσκολεύεται να κρατά τον πληθωρισμό της χαμηλά.
Οι δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζουν οι ευάλωτες χώρες της ευρωζώνης δείχνουν αυτές τις συνθήκες. Πρέπει να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Αλλά η μόνη χώρα όπου οι ονομαστικοί μισθοί έχουν μειωθεί σημαντικά είναι η Ελλάδα.
Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, αυτό που βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα είναι η αυξανόμενη παραγωγικότητα. Όμως αυτή βρίσκεται στην άλλη όψη του νομίσματος από την ανεργία. Επιπλέον, αν οι τιμές και οι μισθοί πράγματι πέσουν, το πραγματικό βάρος του χρέους θα αυξηθεί. Τα υψηλά ονομαστικά επιτόκια σε σχέση με την ανάπτυξη του ονομαστικού εισοδήματος επίσης θα αυξήσουν το δανειακό βάρος. Όλες αυτές οι χώρες θα καταλήξουν με καθαρό δημόσιο χρέος άνω του 100% του ΑΕΠ. Και θα είναι πολύ δύσκολη η διαχείριση μιας τέτοιας κατάστασης.
Στο τρομερό καλοκαίρι του 2012, η ΕΚΤ υποσχέθηκε να κάνει «ό,τι χρειάζεται» για να σώσει το ευρώ. Η ΕΚΤ εν συνεχεία ανακοίνωσε το πρόγραμμα Outright Monetary Transaction για τη στήριξη των ομολόγων καταπονημένων κρατών. Έτσι καθησυχάστηκαν οι αγορές χωρίς να χρειαστεί, μέχρι σήμερα, να ενεργοποιηθεί η δέσμευση. Κι η ευρωζώνη αγόρασε χρόνο. Όμως δεν έχει λύσει τα θεμελιώδη προβλήματά της.
Ποια είναι αυτά τα προβλήματα: Το πρώτο είναι να ξεφύγει από το παρόν μπάχαλο. Το δεύτερο να πετύχει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται μακροπρόθεσμα. Οι συνεχιζόμενες δημοσιονομικές μεταβιβάσεις δεν είναι ούτε επιθυμητές ούτε βιώσιμες. Αλλά χρειάζονται καλύτεροι μηχανισμοί εξασφάλισης για τα κράτη και τις τράπεζες μακροπρόθεσμα. Όλα αυτά όμως θα μείνουν στο ακαδημαϊκό επίπεδο αν η ευρωζώνη δεν επιτρέψει στα μέλη της να αποκαταστήσουν την οικονομική τους κατάσταση σε εύλογη χρονική περίοδο.
Μπορεί να γίνει αυτό; Αν δεν αλλάξει η γερμανική φιλοσοφία, η απάντηση είναι «όχι». Όπως γίνεται ξεκάθαρο και από τις δηλώσεις του W. Schäuble, η ζήτηση δεν υπάρχει σε αυτήν την ανάλυση. Όμως μια μεγάλη χώρα με τεράστιο διαρθρωτικό πλεόνασμα συναλλαγών δεν εξάγει μόνο προϊόντα. Εξάγει επίσης και χρεοκοπία και ανεργία, ειδικά αν η ροή κεφαλαίων της άλλης πλευράς αποτελείται από βραχυπρόθεσμα χρέη.
Είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό το γεγονός ότι η διαδικασία των νέων μακροοικονομικών ανισορροπιών δεν αναγνωρίζει τον ρόλο που παίζει η απουσία εσωτερικής ζήτησης στη Γερμανία. Το όριο που προκαλεί ανησυχία για το πλεόνασμα συναλλαγών μιας χώρας είναι 6% του ΑΕΠ, ανεξάρτητα από το μέγεθος της χώρας. Ο μέσος όρος για τη Γερμανία είναι ακριβώς 5,9%.
Τι συμβαίνει λοιπόν στην πραγματικότητα; Η απάντηση είναι ότι η ευρωζώνη προσπαθεί να γίνει μια μεγαλύτερη Γερμανία. Ένα μίγμα από αυξανόμενη παραγωγικότητα και κατάρρευση της ζήτησης.
Εν τω μεταξύ, η Γερμανία αναδρομολογεί τα πλεονάσματά της εκτός της ευρωζώνης. Συνολικά, το «γύρισμα» του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της ευρωζώνης σε πλεόνασμα μεταξύ του δ΄ τριμήνου του 2008 και του β΄ τριμήνου του 2013 είναι 340 δισ. ευρώ. Αν υποθέσουμε ότι αυτό βοηθά στην επίλυση των εσωτερικών προβλημάτων της ευρωζώνης, τότε η βοήθεια έρχεται μέσω της εξαγωγής της χρεοκοπίας αλλού. Αυτή η προσπάθεια να εξαχθούν οι δυσκολίες μέσω προστατευτικών πολιτικών δεν συνάδει με τις υποχρεώσεις της ευρωζώνης μέσα στο Group of 20.
Επίσης, όμως δεν θα αποδώσει για δύο λόγους: Πρώτον, η ευρωζώνη είναι υπερβολικά μεγάλη για να επιτύχει ανάπτυξη μέσω των εξαγωγών, όπως έχει κάνει η Γερμανία. Και δεύτερον, το νόμισμά της πιθανότατα θα ανατιμηθεί περαιτέρω, στραγγαλίζοντας και πάλι τις λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες.
Τίποτα από αυτά, απ' όσο μπορώ να κρίνω, δεν είναι σχετικό στο σύμπαν του W. Schäuble. Σε εκείνο το σύμπαν, η επιδίωξη της ανταγωνιστικότητας ποτέ δεν αναγνωρίζεται ότι είναι μια εξίσωση με «μηδέν εις το πηλίκον» αν αγνοείται εντελώς ο παράγοντας της ζήτησης.
Η ευρωζώνη θα μπορούσε να πετύχει, αλλά όχι με τέτοια φιλοσοφία. Θα επιβιώσει, άραγε; Κανένας δεν γνωρίζει. Είναι αυτός τρόπος διαχείρισης του πιο φιλόδοξου έργου της Ευρώπης; Όχι.