Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

Private equity σε ρόλο τραπεζίτη

By Anne-Sylvaine Chassany, Henny Sender

Το αποτράβηγμα των παραδοσιακών τραπεζών από τον δανεισμό, υποχρεώνει τις απελπισμένες εταιρίες της Ευρώπης να στραφούν για ρευστό στις "τράπεζες της σκιάς". Μια νέα αγορά γεννιέται, με τεράστιες ανάγκες, άφθονη προσφορά -και ισάριθμες παγίδες.
Εχοντας περάσει πέντε χρόνια προσπαθώντας να πολεμήσει την πιο σκληρή ύφεση μετά τον εμφύλιο, η ισπανική εταιρία Uralita ένοιωσε ότι δεν είχε άλλες επιλογές.
Η εταιρία δομικών υλικών είχε ομόλογα να αποπληρώσει φέτος και του χρόνου και, καθώς δεν διαφαινόταν ανάκαμψη, οι τράπεζες της Uralita δεν είχαν διάθεση για δανεισμό. Η Santander, για την ακρίβεια, και η η Bankia,υπονοούσαν ότι θα μπορούσαν να αναβάλλουν τις πληρωμές για έναν ακόμη χρόνο, αλλά μόνο αν η εταιρία πουλούσε ενεργητικά, όπως θυμάται ο Javier González, επικεφαλής σύμβουλος της Uralita.
Η ιστορία της Uralita καταδεικνύει τον αγώνα που δίνουν οι στερημένες από ρευστό εταιρίες στην Ισπανία και όλη την Ευρώπη, για να βρουν δάνεια, καθώς οι τράπεζες, υπό την πίεση των αρχών να αντεπεξέλθουν σε πιο αυστηρές απαιτήσεις κεφαλαίων, μειώνουν τα ενεργητικά και τον δανεισμό.
«Οι ισπανικές τράπεζες δεν μπορούν να αναλάβουν περισσότερο ρίσκο,» δηλώνει ο κ. González. "Μας υποχρεώνουν να στραφούμε αλλού.»
Αφού έμεινε με την δυσάρεστη προοπτική να πουλήσει κερδοφόρες επιχειρήσεις για να ικανοποιήσει τους δανειστές της, η Uralita αναζήτησε αλλού πηγές κεφαλαίου. Και προς έκπληξή της, βρήκε πολλές. Τέσσερα private equity groups, μεταξύ των οποίων τα νεοϋρκέζικα KKR και Blackstone, ανταγωνίστηκαν για να δώσουν δάνεια. Τον Απρίλιο η εταιρία δανείστηκε 320 εκατ. ευρώ για επτά χρόνια από την KKR για να ξεπληρώσει όλους τους υπάρχοντες πιστωτές. Με το δάνειο θα βοηθηθούν επίσης νέες επενδύσεις σε πανευρωπαϊκές δραστηριότητες.
Το δάνεια της Uralita από το private equity είναι ένα δείγμα του πώς η «σκιώδης τραπεζική» -που αποτελεί επί μακρόν κομμάτι της χρηματοπιστωτικής των ΗΠΑ– αρχίζει να εδραιώνεται στην Ευρώπη. Σε όλη την Ευρώπη, καταπονημένες επιχειρήσεις αναζητούν εναγωνίως πιστώσεις, για να ανακαλύψουν ότι οι τραπεζίτες τους δεν σηκώνουν το τηλέφωνο- εκτός κι αν πρόκειται να ζητήσουν δόσεις. Οπότε τα κεφάλαια όπως η KKR και Blackstone έρχονται να καλύψουν το κενό.
Για την Uralita και άλλες ευρωπαϊκές εταιρίες που έχουν πληγεί από την κρίση, οι «τράπεζες της σκιάς» -χρηματοπιστωτικοί όμιλοι που δεν είναι υποχρεωμένοι να αντεπεξέλθουν στις κεφαλαιακές απαιτήσεις όπως οι παραδοσιακές τράπεζες– προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες σε δύσκολους καιρούς. Το ερώτημα όμως που δημιουργείται με την ανέλιξη του νέου δανεισμού από τα private equity, είναι κατά πόσον οι δανειολήπτες θα μπορέσουν να επωμιστούν το κόστος.
«Διανύουμε μια κατακλυσμιαία μεταβολή στην Ευρώπη,» σχολιάζει ο Mubashir Mukadam, επικεφαλής επιχειρήσεων ειδικών καταστάσεων της KKR στην Ευρώπη.
Πέρσι η αμερικανική θυγατρική Giant της ισπανικής βιομηχανίας τσιμέντου Cementos Portland Valderrivasβρέθηκε σε ανάλογη θέση με την Uralita. Δεν μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνειά της, γιατί η ζήτηση τσιμέντου στην Ισπανία μειώθηκε 70%. Αφού οι τράπεζες ήταν απρόθυμες να βοηθήσουν, η Giant στράφηκε στην GSO, την επιχείρηση credit management με 58 δισ. δολ. της Blackstone. Η GSO δάνεισε στην εταιρία 325 εκατ. ευρώ, χρεώνοντας υψηλό επιτόκιο και παίρνοντας 20% από την ταμειακή ρευστότητα. Επίσης έλαβε εγγυήσεις με την μορφή των τριών εργοστασίων στις ΗΠΑ.
Πάντως, παρά τις ζοφερές απαιτήσεις, η GSO απολαμβάνει τεράστια ζήτηση για τα λεφτά της –σε βαθμό που χρηματοδοτεί μόνο το 5% των αιτήσεων για πιστώσεις που λαμβάνει. Οι παραδοσιακές τράπεζες δεν μπορούν να δομήσουν ένα δάνειο με τον ελκυστικό, ελαστικό τρόπο που το κάνει η GSO. Προστατεύεται από τις αρνητικές πιθανότητες, αλλά απολαμβάνει θετικές δυνατότητες με την μορφή των equity warrants ή του μεριδίου στην ταμειακή ρευστότητα.
«Ο συνδυασμός των ρυθμίσεων και των συνθηκών στις αγορές έχουν αυξήσει το κόστος του κεφαλαίου για τις ευρω-τράπεζες,» δήλωσε ο Mike Whitman, υπεύθυνος για τις πιστωτικές επιχειρήσεις της GSO στην Ευρώπη.
Η «τρύπα» στην χρηματοδότηση που έχει προκαλέσει το αποτράβηγμα των ευρωπαϊκών τραπεζών, που ιστορικά κάλυπταν το 80% του δανεισμού στην Ευρώπη, είναι δυνητικά τεράστια.
Ο Alberto Gallo της Royal Bank of Scotland, εκτιμά ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν κόψει 2 τρις. δολάρια από τους ισολογισμούς τους τον τελευταίο χρόνο, μεταξύ των οποίων 850 δισ. ευρώ σε δάνεια, εκ των οποίων τα 200 δισ. δολ. εταιρικά δάνεια. Εκτιμά ότι θα κόψουν επιπλέον 3 τρισ. ευρώ από τους ισολογισμούς και τονίζει ότι οι ελλείψεις δανεισμού θα συνεχίσουν να πλήττουν την περιφέρεια περισσότερο απ'όσο την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο αναλυτής της Société Générale, Alain Bokobza, εκτιμά ότι στην γαλλική αγορά, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις χρειάζονται κατά μέσο όρο 100 δισ. δολ. σε δάνεια κάθε χρόνο. Η έλλειψη πιστώσεων επηρεάζει και τα έργα υποδομών και real estate, που περιμένουν πιστώσεις 400 δισ. δολ. κάθε χρόνο, τονίζει.
Τις δυσκολίες αυξάνει το γεγονός ότι περίπου 100 δισ. δολ. σε ευρωπαϊκά κεφάλαια τιτλοποιημένων δανείων –που είναι μεγάλη πηγή πιστωσης στις μοχλευμένες εξαγορές– θα λήξουν ως το 2015 και μόνο ένα πολύ μικρό κομμάτι θα αντικατασταθεί, σύμφωνα με την Standard & Poor's.
Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι φορτωμένες με επισφαλή δάνεια από την εποχή της πιστωτικής μανίας. Αυτά τα επισφαλή δάνεια κάνουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες να αποφεύγουν τον κίνδυνο δύο φορές και να μειώνουν τα δανειοδοτικά περιθώρια.
«Θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, για να απελευθερωθεί ο δανεισμός σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις,» τονίζει ο Nikolaos Panigirtzoglou από την JPMorgan στο Λονδίνο. Στην περιφέρεια της ευρωζώνης, αυτά τα επισφαλή δάνεια έχουν ξεπεράσει τα 500 δισ. ευρώ, εκτιμά, προσθέτοντας ότι μόνο στην Γερμανία δεν εμφανίζεται αύξηση σε αυτά τα δάνεια.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι όμιλοι όπως η GSO και KKR έχουν πιάσει την ευκαιρία. Για τους δανειολήπτες, αυτά τα κεφάλαια είναι πολύ πιο ακριβά από εκείνα που πλήρωναν στο παρελθόν.
Στις καλές εποχές, που τέλειωσαν με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι τράπεζες στην Ευρώπη χρηματοδοτούνταν από τις φθηνές καταθέσεις από την αγορά «χονδρικής», κυρίως τα αμερικανικά κεφάλαια της αγοράς χρήματος, money market funds. Μπορούσαν να δανειστούν με επιτόκια λίγο χαμηλότερα από το επιτόκιο Libor και εν συνεχεία χρέωναν τους επιχειρηματίες ένα γενναιόδωρο περιθώριο επιπλέον, συχνά έως 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Οι τράπεζες δεν έδειχναν να ενοχλούνται από το γεγονός ότι δανείζονταν για ένα με τρία χρόνια, και δάνειζαν στους πελάτες τους για πέντε χρόνια. Αυτό κράτησε μέχρι την κρίση, οπότε και εξαφανίστηκε όλη η χονδρική αγορά. Η πιστωτική μανία και στις δύο όχθες του Ατλαντικού κορυφώθηκε το 2007. Καθώς τα περισσότερα εταιρικά δάνεια είναι 5ετή, ο αριθμός των δανειοληπτών που πρέπει να ξεπληρώνουν αυξάνεται το τελευταίο διάστημα. Στην Ευρώπη, κάποιοι από τους μικρότερους χρεωμένους, όπως η Uralita, πλησιάζουν στον «τοίχο των λήξεων», το βουνό από χρέη που κληρδότησε η κρίση και πρέπει να ξεπληρωθεί εντός των επομένων ετών.
Τα πιστωτικά κεφάλαια όπως το GSO έρχονται μετά χαράς να βοηθήσουν, με το αζημίωτο. Η GSO ήταν ο μόνος παίκτης κλίμακας σε αυτόν τον τομέα επιχειρήσεων, με χαρτοφυλάκιο από δάνεια σε εταιρίες εκτός επενδυτικής βαθμίδας αξιολόγησης (non-investment grade), μεγαλύτερα από της JPMorgan.
Πραγματοποίησε το πρώτο «δάνειο σωτηρίας» με μοχλευμένη εξαγορά στην Ευρώπη το 2010 όταν έδωσε 550 εκατ. δολ. στην Almatis, εταιρία αλουμινίου που εντάσσεται στο χαρτοφυλάκιο της Dubai Investment Corp. Ετσι μπόρεσε η DIC να εξοστρακίσει την Oaktree Capital Management, που είχε αγοράσει ένα μεγάλο κομμάτι τους χρέους και ήλπιζε να αγοράσει την εταιρία με σημαντική έκπτωση.
«Είχαμε δύο επιλογές: Να χάσουμε τον έλεγχο από ένα vulture fund («αρπακτικό» κεφάλαιο) ή να συνεργαστούμε με την GSO, που ανέπτυξε μια λύση όπου η DIC μπόρεσε να κρατήσει τον έλεγχο ενώ δόθηκαν κεφάλαια στην εταιρία για να ακμάσει,» δηλώνει ο David Smoot, chief executive της DIC.
Τα άλλα private equity groups σπεύδουν να μπουν στην αγορά, φορτωμένα με κεφάλαια από ταμεία συντάξεων που διψούν για αποδόσεις, σε μια εποχή εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων.
Η KKR, που διαχειρίζεται περίπου 18 δισ. δολ. σε πιστωτικά κεφάλαια, σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τον ισολογισμό των 7 δισ. δολ. για να χρηματοδοτήσει deals.
Άλλοι όμιλοι, όπως η Ares Management με έδρα στο Λος Άντζελες, το Intermediate Capital Group από το Λονδίνο και το EQT Partners από την Στοκχόλμη, ψάχνουν πάνω από 32 δισ. δολ. συνολικά για πιστωτικά κεφάλαια στην Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία της Private Debt Investors.
Και δημιουργούνται νέες ομάδες, και όλο περισσότεροι διαχειριστές buyout fund, όπως τα λονδρέζικα CVC Capital Partners και 3i, εξαπλώνονται σε αυτή την αναδυόμενη επενδυτική τάξη.
«Υπάρχουν πάρα πολλά teams που αντλούν φρέσκα κεφάλαια,» λέει ο Jeremy Ghose της 3i. «Είναι μια αγορά που ήρθε για να μείνει, δεν υπάρχει επιστροφή.»
Βεβαίως, τα private equity groups δεν φημίζονται για την γαλαντομία τους. Και υπάρχει ο φόβος ότι πολλές απελπισμένες εταιρίες δεν θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν αυτό το ακριβό χρέος.
Στην περίπτωση της Uralita, τα επιτόκια της KKR είναι υψηλότερα από εκείνα που θα πρόσφερε μια τράπεζα, όπως λέει ο κ. González. Αλλά οι πληρωμές τόκων είναι δομημένες έτσι ώστε η εταιρία να μπορέσει να αποταμιεύει ρευστό βραχυπρόθεσμα. Αυτή η τακτική, που χρησιμοποιήθηκε άπλετα στην πιστωτική ακμή, είναι επικίνδυνη γιατί αυξάνει το δανειακό βάρος της εταιρίας.
Επιπλέον, σε αντίθεση με τις περισσότερες τράπεζες, τα private equity δεν θα φοβηθούν να πάρουν τα κλειδιά μιας εταιρίας, αν κάνει στάση πληρωμής.
«Αν το κουπόνι είναι πολύ υψηλό, το χρέος τους θα καταπιεί την κεφαλαιακή δομή και εντέλει την επιχείρηση,» σχολιάζει ένας δανειστής. «Κάποια από τα deals που κλείνονται σήμερα δεν είναι παρά γέφυρες προς την μελλοντική αναδιοργάνωση. Είναι πολλές οι πιθανότητες να έχουν άσχημη κατάληξη αυτές οι συμφωνίες."