ΕΠΕΙΤΑ από 38 χρόνια συνδιαμόρφωσης του κατώτατου μισθού μέσω κοινωνικού διαλόγου μεταξύ εκπροσώπων εργοδοτών και εργαζομένων η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας προχωρά στην πλήρη ανατροπή του θεσμού διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού. Ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης έως το τέλος Μαρτίου αναμένεται να θεσμοθετήσει το μηχανισμό καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, όπου την τελική απόφαση θα λαμβάνει πλέον η εκάστοτε κυβέρνηση. Η πράξη υπουργικού συμβουλίου θα τεθεί σε πλήρη ισχύ από την 1η Απριλίου.
Ο μηχανισμός, παρά τις εκ διαμέτρου δηλώσεις μέχρι σήμερα ότι ο κατώτατος μισθός θα παραμείνει ως έχει μέχρι το τέλος του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, ανοίγει «παράθυρο» για τον επανακαθορισμό των κατώτατων ορίων μισθών και ημερομισθίων από το 2014 εάν τα δεδομένα στην ελληνική οικονομία και την αγορά εργασίας επιδεινωθούν. Υπενθυμίζεται ότι ο κατώτατος μισθός σύμφωνα με το μνημόνιο μειώθηκε κατά 22% για όσους είναι άνω των 25 ετών στα 586,08 ευρώ και κατά 32% για όσους είναι κάτω των 25 ετών στα 510,95 ευρώ. Το σχέδιο μηχανισμού καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου που παρουσιάστηκε στην τρόικα προβλέπει ότι για το ύψος θα λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
Α. Στοιχεία βιοποριστικού χαρακτήρα του μισθού, όπως:
Όριο της ελάχιστης διαβίωσης, ως καθαρό διαθέσιμο εισόδημα, σε σχέση με το επίπεδο της φτώχειας.
Σχέση κατώτατου μισθού, ως καθαρό διαθέσιμο εισόδημα, προς τον μέσο μισθό, ομοίως ως καθαρό διαθέσιμο εισόδημα.
Πλήθος εργαζομένων, που επηρεάζονται άμεσα από τον κατώτατο μισθό και την επίπτωση αυτού στο σύνολο των μισθών της χώρας.
Κοινωνικές παροχές προς ευάλωτες ομάδες εργαζομένων, καταβαλλόμενες με εισοδηματικά κριτήρια.
Β. Γενικοί οικονομικοί παράγοντες όπως:
Ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης και η προοπτική αυτού στο μέλλον σε εθνικό επίπεδο και οι τυχόν διαφορές σε επιμέρους γεωγραφικές περιοχές,
παραγωγικότητα της οικονομίας στο σύνολό της και σε επιμέρους κλάδους,
ποσοστό ανεργίας συνολικώς και για επιμέρους ομάδες και οι αιτίες της
έκτασης, αιτίες και μορφές της αδήλωτης εργασίας,
συνδρομή του κόστους εργασίας στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας ως αυτοτελούς παράγοντα,
συνδρομή ασφαλιστικών εισφορών για τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων,
αναλογική σχέση του κόστους εργασίας προς λοιπούς παράγοντες ανταγωνιστικότητας, π.χ. φορολογικό σύστημα, γραφειοκρατία κ.λπ.
Γ . Αποτελεσματική εφαρμογή για την αποτροπή της
αδήλωτης εργασίας γενικώς και ανά τομέα της οικονομίας
εικονικώς δηλούμενης αμοιβής και ανά τομέα της οικονομίες
υποκατάστασης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Ο φορέας συντονισμού της διαβούλευσης μπορεί να είναι:
Α. Ή ένα συλλογικό όργανο, που θα μπορεί να αποτελεί την Επιτροπή Συντονισμού της Διαβούλευσης για τον Κατώτατο Μισθό ή ημερομίσθιο, και αποτελείται από πρόεδρο και από 4 ακόμα μέλη. Ο πρόεδρος προτείνεται από τον υπουργό Εργασίας και εγκρίνεται από τη Βουλή. Τα τέσσερα μέλη ορίζονται από τον υπουργό Εργασίας και τον υπουργό Οικονομικών (2 εκπρόσωποι των αντίστοιχων υπουργείων, 1 οικονομολόγος της εργασίας και 1 νομικός με ειδικότητα στις εργασιακές σχέσεις).
Β. Ή ένα πρόσωπο κύρους, ως πρόεδρος της Διαβούλευσης για τον Κατώτατο Μισθό ή ημερομίσθιο, ο οποίος προτείνεται από τον υπουργό Εργασίας και εγκρίνεται από τη Βουλή.
Ποιοι θα συμμετέχουν:
Στη διαβούλευση θα παίρνουν μέρος εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, Ελληνική Ένωση Τραπεζών, ΣΕΤΕ, αφήνοντας μάλιστα ανοιχτό το ενδεχόμενο υποβολής προτάσεων και από άλλες οργανώσεις. Οι ερευνητικοί, επιστημονικοί και λοιποί φορείς που θα συμμετάσχουν είναι ΚΕΠΕ, ΙΝΕ/ΓΣΕΕ- ΑΔΕΔΥ, ΙΟΒΕ, ΕΛΣΤΑΤ, ΟΑΕΔ, Τράπεζα Ελλάδος, ΕΚΚΕ, ΟΜΕΔ, ΙΝΣΕΤΕ, αφήνοντας μάλιστα ανοιχτό το ενδεχόμενο υποβολής προτάσεων και από άλλους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς μετά από πρόσκληση του φορέα διαβούλευσης. Θα υπάρχει και η γνωμοδότηση της Οικονομικής Κοινωνικής Επιτροπής. Στο σχέδιο που παρουσιάστηκε στην τρόικα περιλαμβάνονται και οι εκτιμήσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την άσκηση πολιτικής κατώτατου μισθού, τις οποίες συμμερίζεται το υπουργείο:
Μη υποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων. Ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός δεν υποκαθιστά τους μισθούς που ορίζονται με συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Σκοπός του είναι να ορίζει τα κατώτατα όρια για όλη την οικονομία ώστε, όπου και όπως είναι δυνατόν, οι συλλογικές συμβάσεις να ορίζουν υψηλοτέρους μισθούς.
Αποτελεσματική εφαρμογή. Ο κατώτατος μισθός εφαρμόζεται αποτελεσματικά και προστατεύει την αγοραστική δύναμη των πλέον χαμηλότερα αμειβομένων και των εργαζομένων στον άτυπο τομέα της οικονομίας. Το γεγονός αυτό αντανακλάται στον καθορισμό του ύψους του σε ποσοστό 30%-60% του μέσου μισθού για τις αναπτυσσόμενες χώρες και πάνω από 40% για τις ανεπτυγμένες χώρες ώστε να συμβάλει στη μείωση των μισθολογικών ανισοτήτων των χαμηλότερα αμειβομένων.
Τεκμηριωμένος καθαρισμός σε σχέση με το εισόδημα ευάλωτων οικονομικών ομάδων. Το ύψος του κατώτατου μισθού προϋποθέτει μελέτη των μισθών και εισοδημάτων των ευάλωτων οικονομικών ομάδων, ώστε να διατηρείται η αγοραστική τους δύναμη με συνδυασμούς πολιτικής ελάχιστου μισθού και υποστήριξης του εισοδήματος με φορολογικές μειώσεις ή άλλα μέτρα.