Η καινούργια τάση στην επιχειρηματικότητα δεν είναι άλλη από την εξωστρέφεια. Από εκεί που μας χαρακτήριζε η απόλυτη εσωστρέφεια, τώρα η μία στις πέντε λέξεις στους επιχειρηματικούς και πολιτικούς κύκλους είναι η εξωστρέφεια. Αργήσαμε αλλά το καταλάβαμε, η μάλλον δημιουργήθηκε η ανάγκη να το καταλάβουμε, λόγω ελλείψεως άλλων πιο συνηθισμένων και παγιωμένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Η εξωστρέφεια εμφανίζεται πλέον ως η μόνη λύση για ανάπτυξη και έξοδο από τον φαύλο κύκλο της κρίσης και της ανέχειας. Ο λόγος που φτάσαμε ως χώρα σε αυτό το σημείο είναι, μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι η ανάπτυξη της οικονομίας μας είχε βασιστεί σε εγχώριες επενδύσεις που χρηματοδοτούνταν από δανεισμό, με σκοπό να εξυπηρετήσουν την υψηλή εγχώρια ζήτηση. Τώρα που η ζήτηση έχει μειωθεί σε ασύλληπτα για την προ κρίσης εποχή επίπεδα, οι επιχειρήσεις που την στήριζαν συρρικνώνονται ή απλά βγαίνουν εκτός αγοράς και ρευστότητα δεν υπάρχει, φάνηκε η μεγάλη αδυναμία της χώρας μας να μπορέσει να ανακάμψει, από την στιγμή που υπήρχε εικονική ανάπτυξη στηριζόμενη αποκλειστικά στην πρόσκαιρη φούσκα της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Επομένως τώρα ήρθε η ώρα της εξωστρέφειας! Θα πρέπει να αφήσουμε πίσω μας το μοντέλο «εισαγωγή- κατανάλωση» και να περάσουμε στο μοντέλο «παραγωγή- κατανάλωση- εξαγωγή». Μπορεί αυτό στην αρχή να φαινόταν ως κάτι αδιανόητο για την εγχώρια αγορά, καθώς για πολλές δεκαετίες οι καταναλωτές είχαν «εκπαιδευτεί» να επιθυμούν τα εισαγόμενα προϊόντα και να θεωρούν τα εγχώρια υποδεέστερα. Πράγμα βέβαια που από κάποιο σημείο και μετά άρχισε να ισχύει, δεδομένου του υψηλού κόστους παραγωγής των εγχώριων προϊόντων, κάνοντάς τα μη ανταγωνιστικά. Δεν θα έλεγα βέβαια ότι αυτή τη στιγμή έχει αντιστραφεί το κλίμα, όμως υπάρχει μία στροφή του καταναλωτικού κοινού στα ελληνικά προϊόντα και στο πλαίσιο αυτό γίνεται μία προσπάθεια να ενισχυθεί η παραγωγή και η κατανάλωσή τους. Όσον αφορά τώρα την εξαγωγή προϊόντων, εδώ τίθεται το μεγάλο θέμα της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης.
Εντυπωσιακό είναι ότι η αξία των εξαγωγών έχει αυξηθεί με μέσο όρο 15% το χρόνο για τα έτη 2010 και 2011. Σημαντικό ρόλο σε αυτό εκτός από την ώθηση στις εξαγωγές, έχει και η μείωση των συντελεστών παραγωγής λόγω της οικονομικής κρίσης. Τα κύρια εξαγώγιμα προϊόντα αυτή την στιγμή είναι τα φρούτα, τα λαχανικά, το ελαιόλαδο, το αλουμίνιο, το ατσάλι καθώς και προϊόντα μεταποίησης. Ενώ ως κύριους εξαγώγιμους κλάδους θεωρούμε τους κλάδους των Μεταφορών, της Ναυτιλίας, του Τουρισμού, των Τροφίμων και των Ποτών.
Ένα παράδειγμα ενός παραδοσιακού κλάδου, ο οποίος συντελεί ιδιαίτερα στην ανάπτυξη και αποτελεί έναν από τους κορυφαίους μεταποιητικούς κλάδους όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδόσεις, είναι η Ελληνική Βιομηχανία Αλουμινίου. Λόγω της συρρίκνωσης της εσωτερικής αγοράς, έχει στρέψει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της στις εξαγωγές. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχουν παίξει τα πιστοποιημένα και αναγνωρισμένα τελικά προϊόντα, η εξειδίκευση, η εκπαίδευση, η έρευνα και η σωστή δικτύωση του κλαδικού φορέα στις αγορές στόχους. Αντίστοιχα ένας νέος επιχειρηματικός κλάδος πολλά υποσχόμενος στο κομμάτι των υπηρεσιών είναι αυτός των εταιρειών κινητών εφαρμογών που προσφέρει καινοτόμες υπηρεσίες στους κλάδους του ψηφιακού μάρκετινγκ και της κινητής τηλεφωνίας, στον οποίο απασχολούνται περίπου πενήντα ελληνικές εταιρείες και έχει παρουσία σε πάνω από σαράντα χώρες. Αυτά είναι δύο επιτυχημένα παραδείγματα εξαγωγικών κλάδων ανάμεσα στους 15 περίπου κλάδους, οι οποίοι, παρά τις δυσκολίες, έχουν ανάπτυξη και σημαντική παρουσία στο εξωτερικό. Τα περισσότερα προβλήματα εντοπίζονται στην έλλειψη εξειδικευμένου πλαισίου για τον κάθε κλάδο, στην γραφειοκρατία, τον αθέμιτο ανταγωνισμό και γενικά την προώθηση της εξωστρέφειας.
Φυσικά ο κάθε κλάδος έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και ανάγκες, δεδομένης της διαφορετικότητας των προϊόντων που προσφέρει αλλά και της εν γένει διαφοροποίησης των προϊόντων από τις υπηρεσίες. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ στον τουρισμό, ο οποίος το τελευταίο διάστημα έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος, καθώς αναγνωρίστηκε επιτέλους ο ρόλος του στην ανάπτυξη και στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Όταν μιλάμε λοιπόν για τουρισμό και εξωστρέφεια, μιλάμε για προσφορά υπηρεσιών, άρα τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι η διαμόρφωση του χαρτοφυλακίου των προσφερόμενων προϊόντων-προορισμών, η διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου δράσης, ο καθορισμός των εμπλεκόμενων φορέων δράσης και φυσικά η προώθηση! Πριν από την προώθηση όμως χρειάζεται σχέδιο στρατηγικής, ώστε να γίνει η σωστή αντιστοίχιση της προσφοράς με την ζήτηση. Θα πρέπει δηλαδή να προωθηθούν τα κατάλληλα προϊόντα στις κατάλληλες αγορές, έτσι ώστε αυτά να παρουσιάζουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και να υπάρξει και το αντίστοιχο «value for money».
Ένας προορισμός λοιπόν θα πρέπει να προωθηθεί σε μία αγορά στην οποία θα υπάρχει ζήτηση για το προϊόν που αυτός προσφέρει, καθώς θα έχει προηγηθεί έρευνα, θα υπάρχει επάρκεια σε κλίνες, αεροπορική σύνδεση, και κυρίως θα υπάρχει διαμορφωμένο το προϊόν το οποίο διαφημίζεται, είτε αυτό είναι παραλίες, είτε γαστρονομία, είτε παρατήρηση πουλιών, είτε περίπατοι. Μέχρι τώρα γινόταν προώθηση χωρίς να έχουν πραγματοποιηθεί τα προηγούμενα στάδια, με αποτέλεσμα το προϊόν να υπάρχει διαμορφωμένο μόνο σε λέξεις στα τουριστικά φυλλάδια και φυσικά οι τουρίστες να μη μένουν ευχαριστημένοι.
Αυτή την στιγμή γίνονται πολύ σημαντικές ενέργειες από τουριστικούς φορείς όπως ο ΣΕΤΕ σε συνεργασία με τα εμπλεκόμενα υπουργεία, ώστε επιτέλους ο τομέας του τουρισμού να έχει αυτό που του αξίζει. Η διαφορετικότητα που έχει ο τομέας του τουρισμού είναι ότι η ζήτηση για τουριστικές υπηρεσίες δημιουργεί στην συνέχεια ζήτηση και σε άλλους κλάδους της οικονομίας, πολλαπλασιάζοντας έτσι την προσφορά του τουρισμού στην ανάπτυξη και στην απασχόληση.
Εξωστρέφεια λοιπόν είναι το μεγάλο στοίχημα, και παρά τις διαφορές που παρουσιάζουν οι διάφοροι εξωστρεφείς κλάδοι, δεν παύει να χρειάζεται ένα κοινό πλαίσιο και κοινές ενέργειες στις οποίες θα πρέπει αυτή να στηριχθεί. Έτσι χρειάζεται εξορθολογισμός του κράτους, εθνική στρατηγική εξωστρέφειας, συνεργασία των εμπλεκόμενων φορέων σε κάθε κλάδο, αξιοποίηση των υπαρχόντων πόρων (π.χ. ΕΣΠΑ), εκπαίδευση και εξειδίκευση, έρευνα και στρατηγική διείσδυσης σε νέες αγορές, ευελιξία και προσαρμογή στην αλλαγή των συνθηκών, καινοτομία και δημιουργία νέων προϊόντων, στόχευση, δικτύωση και σωστή προώθηση.