Ο Hamdi Ulukaya κάθεται σε ένα εστιατόριο της Βόρειας Νέας Υόρκης, κρατώντας ένα διπλωμένο κομμάτι πίτσα και κάνοντας στομφώδεις δηλώσεις για το γιαούρτι. Ως ιδρυτής και CEO της Chobani (μια μεταγραφή του όρου choban, της τουρκικής λέξης για τον βοσκό), της μάρκας ελληνικού γιαουρτιού που εισέβαλε στα ψυγεία από ανοξείδωτο ατσάλι αυτών που πίνουν νερό καρύδας και τρώνε αρχαίους καρπούς, θεωρεί ότι η υπόθεση της καταγωγής του προϊόντος του είναι εύκολα υπερασπίσιμη, αν και ο ίδιος είναι πέρα για πέρα Τούρκος.
Το γιαούρτι που οι περισσότεροι Αμερικανοί έτρωγαν επί δεκαετίες ήταν ένα αστείο, κατά την άποψή του: πολύ λεπτό, πολύ γλυκό, πολύ ψεύτικο.
Για τον ανταγωνιστή του έχει καλά λόγια να πει, αλλά όχι πολλά. Η ΦΑΓΕ, η εταιρεία που έφερε πρώτη το ελληνικό γιαούρτι στις ΗΠΑ πριν από 15 χρόνια, «φτιάχνει εξαιρετικό γιαούρτι», λέει. Αλλά, όταν πάω να σημειώσω το σχόλιό του, σχεδόν πετάγεται από την καρέκλα του. «Όχι, όχι, όχι», λέει, «η ΦΑΓΕ δεν φτιάχνει εξαιρετικό γιαούρτι». Και μετά ξεσπά σε γέλια.
Το Chobani έχει κάνει τον Ulukaya δισεκατομμυριούχο, γι΄ αυτό και μπορεί να κάνει μερικές φιλοφρονήσεις προς τον ανταγωνιστή.
Πριν από πέντε χρόνια, ο Chobani δεν είχε κανένα εισόδημα. Φέτος, η εταιρεία θα πουλήσει γιαούρτι αξίας άνω του 1 δισ. δολαρίων, λέει ο Ulukaya, που είναι ο μοναδικός ιδιοκτήτης.
Κι ενώ κάποτε ήταν μια πολύ εξειδικευμένη επιχείρηση, το ελληνικό γιαούρτι αντιπροσωπεύει πλέον το 36% από συνολικές πωλήσεις γιαουρτιού ύψους 6,5 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ. Με 28 εργοστάσια, που ανήκουν στην Chobani, τη ΦΑΓΕ, την παραγωγό του Yoplait General Mills κ.ά., η πολιτεία της Νέας Υόρκης έχει γίνει κάτι σαν τη Silicon Valley του γιαουρτιού.
Το ξεκίνημα
Ο Ulukaya μεγάλωσε εκτρέφοντας πρόβατα στο αγρόκτημα της οικογένειάς του, όπου πρωί-βράδυ έτρωγε το παχύρρευστο ξινό γιαούρτι δικής τους παραγωγής. «Η μητέρα μου έφτιαχνε το πιο καταπληκτικό γιαούρτι», θυμάται. Με τους πέντε αδερφούς του τσακώνονταν πάντα για το ποιος θα έτρωγε την πέτσα. Πήγε στη Νέα Υόρκη το 1994 για να μάθει την αγγλική γλώσσα. Αδυνατώντας να εγκλιματιστεί στο κέντρο της πόλης, ο Ulukaya μετακόμισε πιο βόρεια, όπου βρήκε δουλειά σε μια φάρμα, ενώ, παράλληλα, παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή Albany του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Έπειτα από μια επίσκεψη του πατέρα του, ο οποίος παραπονέθηκε για την αμερικανική φέτα, ο Ulukaya ίδρυσε μια εταιρεία στο Τζονστάουν που παρασκεύαζε φέτα για εστιατόρια και διανομείς τροφίμων. Την ονόμασε Ευφράτης και την έχει ακόμη.
Μια ημέρα του 2004, ενώ τακτοποιούσε το γραφείο του, έπεσε πάνω σε ένα φυλλάδιο για το κλείσιμο μιας μονάδας γιαουρτιού της Kraft. Πέταξε το φυλλάδιο στα σκουπίδια, σκέφτηκε λίγο και γρήγορα το ανέσυρε.