ΤΡΕΙΣ θλιβερές πρωτιές της Ελλάδας επισημαίνονται στην τριμηνιαία επισκόπηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον τομέα της απασχόλησης και τις κοινωνικές επιπτώσεις στην ΕΕ, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα: 1) μεγαλύτερη συρρίκνωση του εισοδήματος των νοικοκυριών, 2) υψηλότερο ποσοστό παιδικής φτώχειας, 3) υψηλότερη ανεργία, μαζί με την Ισπανία, των νέων. Υπάρχει και μια άλλη πρωτιά της χώρας, που διαφέρει από τις άλλες: Οι Έλληνες και οι Αυστριακοί κατέγραψαν τον υψηλότερο αριθμό ωρών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν από εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά το πρώτο τρίμηνο του 2012.Όπως προκύπτει, λοιπόν, από την έκθεση της Κομισιόν, μεταξύ 2009 και 2012 το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 2/3 στις χώρες της ΕΕ, με τη μεγαλύτερη μείωση να καταγράφεται στην Ελλάδα (-15,7%). Πολύ πιο πίσω βρίσκονται η δεύτερη Ιρλανδία (-9%) και ακολουθούν η Λιθουανία, η Ισπανία, η Κύπρος και η Ουγγαρία με ποσοστό πάνω από -4%. Κατά την Επιτροπή, «αυτή η εξέλιξη βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί στις βόρειες χώρες, τη Γερμανία, το Βέλγιο, τη Σλοβενία και τη Γαλλία, όπου τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και οι πιο ελαστικές αγορές εργασίας έχουν επιτρέψει στα συνολικά εισοδήματα να συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία κατά τη διάρκεια της κρίσης». Ωστόσο, «η κρίση έχει πλήξει σημαντικά τμήματα του πληθυσμού και έχει προκαλέσει αύξηση της φτώχειας και σ'Α αυτές τις χώρες». Σύμφωνα με την έκθεση, «χωρίς να αποτελεί έκπληξη, το ποσοστό του πληθυσμού της ΕΕ που αντιμετωπίζει χρηματοοικονομική δυσχέρεια παραμένει ιστορικά υψηλό. Οι πολίτες των χωρών που πλήττονται από τις πιο δραστικές μειώσεις του εισοδήματος είναι, κατά κανόνα, και εκείνες που σχηματίζουν, το πιθανότερο, αρνητική εικόνα για την κοινωνική τους κατάσταση».
Σχετικά με την παιδική φτώχεια, η Επιτροπή παρατηρεί ότι αποτελεί πρόβλημα για όλο και περισσότερα νοικοκυριά, λόγω ανεπαρκών εσόδων από την εργασία των γονιών και ελλιπούς υποστήριξης των νοικοκυριών με παιδιά. Το ποσοστό των παιδιών που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας (μετά την καταβολή κοινωνικών επιδομάτων) κυμαίνεται από περίπου 10% στη Δανία και τη Φινλανδία έως άνω του 20% στην Ελλάδα, την Ισπανία, τη Βουλγαρία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, τη Ρουμανία, τη Λετονία, την Πολωνία, τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο.
Για τους νέους, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι «προοπτικές είναι δυσοίωνες». Μόνο τον Ιούλιο η ανεργία των νέων αυξήθηκε κατά -22,5% στην ΕΕ. Δώδεκα κράτη-μέλη κατέγραψαν ποσοστά άνω του 25% και μόνο τρία παραμένουν κάτω από το 10%: η Αυστρία, η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες. Τα υψηλότερα ποσοστά έχουν η Ισπανία με την Ελλάδα, πάνω από -22%.
Οι δυσοίωνες προοπτικές για τους νέους αντικατοπτρίζουν τους αυξανόμενους κινδύνους για μακροχρόνια ανεργία και παρατεταμένη έλλειψη επαγγελματικής δραστηριότητας (αεργία), όπως δείχνει η αύξηση του αριθμού των νέων που ούτε εργάζονται ούτε παρακολουθούν προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η Κομισιόν προαναγγέλλει ότι προτίθεται να παρουσιάσει δύο πρωτοβουλίες: μια πρόταση σχετικά με εγγυήσεις για τους νέους, σύμφωνα με την οποία οι νέοι είτε θα βρίσκουν θέση εργασίας είτε θα παρακολουθούν συνεχή εκπαίδευση ή σειρά μαθημάτων κατάρτισης εντός τεσσάρων μηνών από την ολοκλήρωση της σχολικής φοίτησης, και μια πρόταση σχετικά με ένα πλαίσιο ποιότητας για περιόδους πρακτικής άσκησης.
Ως προς τις ώρες εργασίας, η Επιτροπή αναφέρει ότι σε σύγκριση με τα έτη που προηγήθηκαν της κρίσης, η Ελλάδα και η Αυστρία κατέγραψαν τον υψηλότερο αριθμό ωρών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν από εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά το πρώτο τρίμηνο του 2012, ενώ η Φινλανδία, η Ιταλία και η Ιρλανδία κατέγραψαν τον χαμηλότερο αριθμό.
Γενικά στην ΕΕ, «η κατάσταση που επικρατεί όσον αφορά την
απασχόληση και την κοινωνία παρέμεινε κρίσιμη κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2012: η ανεργία σημειώνει, γενικά, άνοδο, αλλά εμφανίζει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Η ΕΕ βρίσκεται ήδη σε ύφεση ή στο χείλος αυτής από τα τέλη του 2011 και το γενικό οικονομικό κλίμα βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών».
Σχετικά με την παιδική φτώχεια, η Επιτροπή παρατηρεί ότι αποτελεί πρόβλημα για όλο και περισσότερα νοικοκυριά, λόγω ανεπαρκών εσόδων από την εργασία των γονιών και ελλιπούς υποστήριξης των νοικοκυριών με παιδιά. Το ποσοστό των παιδιών που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας (μετά την καταβολή κοινωνικών επιδομάτων) κυμαίνεται από περίπου 10% στη Δανία και τη Φινλανδία έως άνω του 20% στην Ελλάδα, την Ισπανία, τη Βουλγαρία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, τη Ρουμανία, τη Λετονία, την Πολωνία, τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο.
Για τους νέους, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι «προοπτικές είναι δυσοίωνες». Μόνο τον Ιούλιο η ανεργία των νέων αυξήθηκε κατά -22,5% στην ΕΕ. Δώδεκα κράτη-μέλη κατέγραψαν ποσοστά άνω του 25% και μόνο τρία παραμένουν κάτω από το 10%: η Αυστρία, η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες. Τα υψηλότερα ποσοστά έχουν η Ισπανία με την Ελλάδα, πάνω από -22%.
Οι δυσοίωνες προοπτικές για τους νέους αντικατοπτρίζουν τους αυξανόμενους κινδύνους για μακροχρόνια ανεργία και παρατεταμένη έλλειψη επαγγελματικής δραστηριότητας (αεργία), όπως δείχνει η αύξηση του αριθμού των νέων που ούτε εργάζονται ούτε παρακολουθούν προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η Κομισιόν προαναγγέλλει ότι προτίθεται να παρουσιάσει δύο πρωτοβουλίες: μια πρόταση σχετικά με εγγυήσεις για τους νέους, σύμφωνα με την οποία οι νέοι είτε θα βρίσκουν θέση εργασίας είτε θα παρακολουθούν συνεχή εκπαίδευση ή σειρά μαθημάτων κατάρτισης εντός τεσσάρων μηνών από την ολοκλήρωση της σχολικής φοίτησης, και μια πρόταση σχετικά με ένα πλαίσιο ποιότητας για περιόδους πρακτικής άσκησης.
Ως προς τις ώρες εργασίας, η Επιτροπή αναφέρει ότι σε σύγκριση με τα έτη που προηγήθηκαν της κρίσης, η Ελλάδα και η Αυστρία κατέγραψαν τον υψηλότερο αριθμό ωρών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν από εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά το πρώτο τρίμηνο του 2012, ενώ η Φινλανδία, η Ιταλία και η Ιρλανδία κατέγραψαν τον χαμηλότερο αριθμό.
Γενικά στην ΕΕ, «η κατάσταση που επικρατεί όσον αφορά την
απασχόληση και την κοινωνία παρέμεινε κρίσιμη κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2012: η ανεργία σημειώνει, γενικά, άνοδο, αλλά εμφανίζει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Η ΕΕ βρίσκεται ήδη σε ύφεση ή στο χείλος αυτής από τα τέλη του 2011 και το γενικό οικονομικό κλίμα βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών».